Κινήματα πόλης και αντικαπιταλιστική πάλη

Από την προσωπική μου εμπειρία στην Κερατέα, την οξυνόμενη ταξική πάλη, την αναψηλάφηση της ιστορίας των κινημάτων πόλης διεθνώς (πηγή: David Harvey, «εξεγερμένες πόλεις») και το Μαρξισμό, θέλω να απασχολήσω τον προσυνεδριακό διάλογο με 2 βασικά ερωτήματα :

1. ΠΩΣ ΟΡΓΑΝΩΝΟΝΤΑΙ ΤΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ ΠΟΛΗΣ;

2. ΠΟΙΑ Η ΣΧΕΣΗ ΤΩΝ ΚΙΝΗΜΑΤΩΝ ΠΟΛΗΣ ΜΕ ΤΟ ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ;

Η απάντηση σ΄αυτά τα 2 ερωτήματα είναι, κατά τη γνώμη μου, μια από τις βασικές προϋποθέσεις απόκτησης νέας πνοής και ουσίας στην αντικαπιταλιστική πάλη, σήμερα, αλλά και στα χρόνια που έρχονται. Ταυτόχρονα θα αποφύγουμε τη «λούμπα» της ρεφορμιστικής αριστεράς, του «όχλου της πόλης», αναδεικνύοντας ότι οι οικογένειες των εργαζομένων αποτελούν τον πληθυσμό των πόλεων και είναι πρώτιστη ανάγκη να σφυρηλατηθούν δεσμοί μεταξύ εργαζομένων και πληθυσμού των πόλεων.

Προσπαθώντας να προσεγγίσω μια πλήρη απάντηση στα παραπάνω 2 ερωτήματα, παραθέτω τα εξής συμπεράσματα από το κίνημα της Κερατέας:

  • Το κίνημα σε αυτή την πόλη, αναπτύχθηκε στο έδαφος της μαζικής συνειδητοποίησης της έννοιας ΔΙΚΑΙΩΜΑ στη δική του γη (χωράφια) και στη γη και το φυσικό περιβάλλον που ανήκει σε όλη την τοπική κοινωνία (αρχαιολογικός χώρος Οβριόκαστρου και δάσος). Δικαίωμα ατομικό και συλλογικό μαζί, που ο οδοστρωτήρας του ολοκληρωτικού καπιταλισμού απειλούσε να το ισοπεδώσει.
  • Το μαζικότατο κίνημα της Κερατέας, αμφισβήτησε ξεκάθαρα το κράτος ως «Μπομπολοκράτος» και έδωσε λυσσαλέα μάχη με τον κατασταλτικό μηχανισμό. Δεν επηρεάστηκε ούτε από το λόγο του ΚΚΕ («οι τοπικές εξεγέρσεις ανομοιογενών πληθυσμών πόλεων δε μπορούν να έχουν αποτελέσματα»), ούτε από τη διαχειριστική λογική του ΣΥΡΙΖΑ («ο αγώνας πρέπει να στοχεύει σε αυτά που συμφωνούν όλοι για να έχει μαζικότητα και αποτελέσματα»).
  • Το κίνημα της πόλης μπόρεσε να φτιάξει ορμητικούς χείμαρρους συμπαράστασης του λαού από τις περσότερες πόλεις της Ελλάδας (καραβάνια πούλμαν, από όλη την Ελλάδα, έφταναν τα Σαββατοκύριακα στην Κερατέα).
  • Ο αγώνας για το ΔΙΚΑΙΩΜΑ στην πόλη, σαν συλλογικό δικαίωμα, γέννησε νέες μορφές οργάνωσης της λαϊκής μάχης: λαϊκές συνελεύσεις, επιτροπές συντονισμού, επιτροπές αλληλεγγύης καθώς και πολιτιστικές παρεμβάσεις (για όλες τις ηλικίες) που εκτυλίσσονταν πάντα στο χώρο της κατάληψης, τη λεωφόρο Λαυρίου – Μαρκοπούλου .

Δεν κατάφερε όμως το κίνημα να πετύχει την ενεργή συμβολή του εργατικού κινήματος, το οποίο έμεινε σε επίπεδο κάποιων διακηρύξεων συμπαράστασης. Μεγάλη ευθύνη έχει η συνδικαλιστική – εργοδοτική γραφειοκρατία αλλά και η κοινοβουλευτική αριστερά, με τις αναχωματικές λογικές της. Ευθύνη, μικρότερη μεν, έχουμε και εμείς ως αντικαπιταλιστική – κομμουνιστική αριστερά. Γιατί δεν καταφέραμε να κάνουμε κτήμα μας τις ανάγκες της ταξικής πάλης σε εκείνη την ιστορική καμπή της. Να συμβάλλουμε στην πολιτικοποίηση της πάλης του κινήματος της Κερατέας και του εργατικού κινήματος, ώστε να σφυρηλατηθούν δεσμοί ανάμεσά τους.

Η ευθύνη μας, πιο συγκεκριμένα, βρίσκεται 1) στο ότι δεν μπολιάσαμε την μαζική λαϊκή Κερατιώτικη συνείδηση, με την ανατρεπτική αντίληψη της έννοιας ΔΙΚΑΙΩΜΑ, όχι ως αυτό που υπάρχει ήδη, αλλά ως δικαίωμα εξάλειψης της φτώχειας, της ανεργίας, της κοινωνικής ανισότητας και της περιβαλλοντικής υποβάθμισης – καταστροφής. Δηλαδή ΔΙΚΑΙΩΜΑ σε μια ΠΟΛΗ ΑΝΑΠΟΔΑ (που λένε και οι σύντροφοι στη Νέα Σμύρνη). Με αυτή την ανατρεπτική αντίληψη μπορεί ο λαός της πόλης να κάνει το ποιοτικό άλμα στη συνειδητοποίηση της ανάγκης να συμμαχήσει με το εργατικό κίνημα σε ενιαίο αγωνιστικό μέτωπο ρήξης και ανατροπής, για το ΔΙΚΑΙΩΜΑ σε μια ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΑΝΑΠΟΔΑ, ΚΑΙ 2) στο ότι δεν αναδείξαμε στο εργατικό κίνημα, την ανάγκη να αγκαλιάσει το κίνημα στην Κερατέα, όχι από τη σκοπιά της θολής συμπαράστασης, αλλά από τη σκοπιά της ενιαίας – μετωπικής αντιπαράθεσης στην επιδίωξη του αστικού μπλοκ να κατακρεουργήσει την εργατική δύναμη, εκεί που αναπαράγεται, δηλαδή στην πόλη. Επιπλέον, έτσι, γίνεται κτήμα της λαϊκής συνείδησης το εγχείρημα του συστήματος να καταστρέψει σοβαρό τμήμα της εργατικής τάξης όχι μόνο στην παραγωγή αλλά και εκεί που η εργατική τάξη αναπαράγει την εργατική δύναμή της, δηλαδή στην πόλη που διαμένει.

Η παραπάνω ευθύνη, σύντροφοι, μας επιφορτίζει, πιστεύω, με την ανάγκη σήμερα να αναψηλαφήσουμε την παγκόσμια ιστορία των κινημάτων πόλης, να κοντραριστούμε με άλλα εγχειρήματα, να παράξουμε μαρξιστική σκέψη και να επαναθεμελιώσουμε το Μαρξισμό.

Η προσπάθειά μου σε αυτή τη ρώτα , με τα κινήματα πόλης πιο ειδικά, είναι δύσκολη. Η δυσκολία έχει να κάνει:

1) με την περιπλοκότητα των σύγχρονων συνθηκών βίαιης ολοκληρωτικής καπιταλιστικοποίησης των πόλεων. Βιαιότητα που πραγματοποιείται με μια απίστευτη διαίρεση κατακερματισμένων κοινωνικών χώρων και τόπων μέσα από αμέτρητους καταμερισμούς εργασίας.

2) με την πολυποίκιλη ταξική διαστρωμάτωση αλλά και τη φύση του πληθυσμού των πόλεων. Οι πληθυσμοί αυτοί , στο βαθμό που θα ενώνονται σε κοινό αγώνα μεταξύ τους αλλά και με το εργατικό κίνημα στην ηγεμονία, θα διεκδικούν το ΔΙΚΑΙΩΜΑ, όχι στην υπάρχουσα πόλη, μα σε μια άλλη πόλη της μάχης διαρκείας για το «αναποδογύρισμά» της, τελικά .

3) με τον καθορισμό ανατρεπτικού περιεχομένου στη λαϊκή πάλη, μέσα από αιτήματα – στόχους που θα απαντάνε ταυτόχρονα στην ανάγκη επιβίωσης και αξιοπρεπούς διαβίωσης στην προοπτική μιας άλλης πόλης. Αυτός ο καθορισμός περιεχομένου θα κρίνεται στο κατά πόσο θα δένεται με το ανατρεπτικό περιεχόμενο της λαϊκής πάλης γενικότερα αλλά και στο κατά πόσο θα βρίσκει έκφραση και θα συσπειρώνει μαζικά, σε νέες μορφές οργάνωσης του αγώνα του λαού στην πόλη . Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, νομίζω, έχει η μελέτη πόλεων στην ανατολική Αττική, όπου διαμένουν στην πλειοψηφία οικογένειες εργαζομένων που δουλεύουν σε άλλες πόλεις .

4) με την επιρροή, σημειακά, από τη θεωρία του Μαρξ στο σημείο περί «λούμπεν προλεταριάτου» για τον πληθυσμό των πόλεων. Σε αυτό το σημείο ο μαρξισμός έχει ανάγκη, νομίζω, επαναθεμελίωσης σήμερα στη φάση του ολοκληρωτικού καπιταλισμού . Με βάση τα όσα ανέφερα παραπάνω, ο πληθυσμός των πόλεων έχει στα χρόνια μας βασική θέση στον αντικαπιταλιστικό αγώνα μαζί με τον ηγέτη αυτού του αγώνα, δηλαδή την εργατική τάξη .

Κατά τη γνώμη μου, αν αυτή τη μεγάλη προσπάθεια (το 3ο συνέδριο) της τάσης μας ως ΝΑΡ, την κάνουμε άφοβα μέσα στην κοινωνία, τότε και μόνο τότε θα μπορούμε να μιλάμε για ιστορική προσφορά και όχι απλά για κάποια συμβολή. ΜΕ ΑΥΤΗ ΤΗ ΦΙΛΟΔΟΞΙΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΑΜΕ ΓΙΑ ΤΟ 3ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΑΥΤΟ.

Θανάσης Παπαγεωργίου, Ο.Β ιδιωτικών υπαλλήλων της οργάνωσης Αθήνας του ΝΑΡ