Η ταξική λειτουργία των κρατικών προϋπολογισμών σε όφελος του κεφαλαίου και των δανειστών

Παρέμβαση του σ. Μάκη Βάσιλα στον 1ο κύκλο της Προσυνεδριακής Διημερίδας του ΝΑΡ για τον σύγχρονο ελληνικό καπιταλισμό, Σάββατο 7 Οκτωβρίου 2017. 

θέμα 1ου κύκλου της διημερίδας: "Πλευρές της δράσης του κεφαλαίου στην Ελλάδα, κρίση και καπιταλιστική ανασυγκρότηση στην εποχή των ευρωμνημονίων"

Πάντοτε η συζήτηση γύρω από τον προϋπολογισμό κάθε χρονιάς έχει ένα στοιχείο φολκλόρ. Παλιότερα δε, συνοδευόταν και από την ετήσια εθιμοτυπική 24ωρη απεργία των ΓΣΕΕ ΑΔΕΔΥ και έτσι έβγαινε η υποχρέωση. Η συζήτηση εξαντλούνταν σε κοκορομαχίες γύρω από ορισμένους δείκτες και νούμερα άγνωστα στην τεράστια πλειοψηφία του ελληνικού λαού και η παράσταση λάμβανε τέλος με την πανηγυρική ψήφισή του συνήθως μόνο από την κυβερνητική πλειοψηφία.

Η αλήθεια είναι ότι μέσα από ένα πολυσέλιδο δυσανάγνωστο και κυρίως δυσνόητο και βαρετό κείμενο αποτυπώνεται κάθε φορά η οικονομική πολιτική των κυβερνήσεων που φυσικά προκύπτει από τον ταξικό συσχετισμό των δυνάμεων και την κατάσταση του εργατικού και λαϊκού κινήματος.

Έτσι μετά τον β’ παγκόσμιο πόλεμο και την εγκαθίδρυση σε μια σειρά από χώρες «σοσιαλιστικών» καθεστώτων και την πολύ μεγάλη αίγλη που απολάμβανε η Σοβιετική Ένωση με την τεράστια συμβολή του λαού της στην ήττα του ναζισμού, στα μάτια εκατομμυρίων εργαζόμενων στη δύση, οι προϋπολογισμοί και συνακόλουθα οι οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές που ακολουθούνταν είχαν έντονα επάνω τους αυτό το αποτύπωμα. Ασφαλώς η ύπαρξη των καθεστώτων της ανατολικής Ευρώπης λειτουργούσε ως φόβητρο για το κεφάλαιο στη δύση και ως παράδειγμα για πλατιά κομμάτια του πληθυσμού, ότι μπορούσε να οργανωθεί διαφορετικά η παραγωγή και η οικονομία.

Με αυτή την έννοια, οι προϋπολογισμοί στην δυτική Ευρώπη κυρίως, αλλά και στην Ελλάδα, αποτύπωναν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό αυτό το κοινωνικό συμβόλαιο. Σε αυτό φυσικά συνέβαλλε-πέρα από την ύπαρξη των καθεστώτων της ανατολικής Ευρώπης - και η ύπαρξη και ανάπτυξη του εργατικού κινήματος και των συνδικάτων. Ο αναδιανεμητικός τους ρόλος και η λείανση των κοινωνικών ανισοτήτων μέσω της χρηματοδότησης ενός σχετικά αξιοπρεπούς κράτους πρόνοιας εξασφάλιζε ένα σχετικά σταθερό πολιτικό περιβάλλον σε μια περίοδο οικονομικής ανάπτυξης και επέδρασε καθοριστικά στην απόσπαση της σιωπηρής ή και ενεργητικής συναίνεσης των εργαζόμενων. Επίσης, καθόρισε τις πολιτικές κατευθύνσεις των μαζικών κομμάτων με εργατική βάση όπως ήταν κατά βάση τα κόμματα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και τις σχέσεις πολιτικής εκπροσώπησής τους δια μέσω αυτών των κομμάτων.

Από την δεκαετία του 70 την κρίση και την σταδιακή ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία σαν απάντηση σε αυτήν, των νεοφιλελεύθερων αντιλήψεων, χαρακτηριστικό και του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, η στροφή αυτή εκφράζεται και στον ίδιο το ρόλο του κράτους και τις κατανεμητικές και αναδιανεμητικές του λειτουργίες καθώς και στην παρέμβασή του και τις χρηματοδοτήσεις που προκρίνονται. Πρόκειται για την επικράτηση συνολικά του ρόλου του κράτους επιτελείου-στρατηγείου που αποσύρεται από τα βασικά πεδία παρέμβασης και κοινωνικής πολιτικής και κρατάει για τον εαυτό του τον ρόλο του εγγυητή των ιερών και όσιων της αγοράς. Πλέον, ο ανταγωνισμός είναι ουσιαστικά και άτυπα συνταγματοποιημένος, μιας και είναι ένας βασικός πυλώνας στην πολιτκή της ΕΕ και των επιμέρους χωρών. Η πρόσφατη «κρίση» γύρω από τη περίφημη επένδυση στο Ελληνικό και η θύελλα των αντιδράσεων που ξεσήκωσε η τήρηση της αστικής νομιμότητας για να μιλάμε σοβαρά, δείχνει την πλήρη σύμπλεξη και υποταγή της επίσημης κρατικής πολιτικής ανεξαρτήτως διαχειριστή στα επιχειρηματικά συμφέροντα, στις επιδιώξεςις του κεφαλαίου.

Στην Ελλάδα αυτή η κατάσταση εκφράστηκε με καθυστέρηση τριών σχεδόν δεκαετιών τον αντίστοιχο ρόλο έπαιξε το ΠΑΣΟΚ μετά την δεκαετία του 80 γεγονός που συνέβαλλε και στην πολιτική του κυριαρχία μέχρι την εποχή της έναρξης της κρίσης και την έλευση των μνημονίων. Ο αρχικός αναδιανεμητικός ρόλος της οικονομικής πολιτικής όπως εκφραζόταν και από τους προϋπολογισμούς σιγά σιγά εξέφραζε την κυρίαρχη πολιτική γραμμή του κεφαλαίου.

Αυτό παρουσιάζεται ανάγλυφα στην σοβαρότατη υποχώρηση των λεγόμενων «κοινωνικών» δεικτών» όπως αυτοί αποτυπώνονται. Έτσι αρκεί να ανατρέξει κανείς στους δύο τελευταίους προϋπολογισμούς , καθώς και στο φετινό προσχέδιο για αν διαπιστώσει από όλα τα στοιχεία και τους βασικούς δείκτες, ποια πολιτική ακολουθείται και τίνος τα συμφέροντα εξυπηρετούνται.

Έτσι λοιπόν οι εκτιμήσεις για το 2017 όσο αφορά τα φορολογικά έσοδα (άμεσοι & έμμεσοι φόροι) είναι ότι αυτά θα προσεγγίσουν τα 47,47 δις ευρώ όταν το 2016 ήταν 47,52 δις, ενώ για το 2018 η πρόβλεψη λέει ότι αυτοί θα ανέλθουν στα 48,43 δις ευρώ. Αυτά συμβαίνουν σε ένα περιβάλλον σημαντικής μείωσης του ΑΕΠ που παράγεται στη χώρα η οποία σωρευτικά από το 2009 φτάνει σχεδόν στο 27% ενώ ταυτόχρονα κατά την ίδια περίοδο η αμοιβές της εξαρτημένης εργασίες από 84,9 δις ευρώ φτάνουν το 2015 που υπάρχουν τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία στα 57 δις ευρώ. Τα νούμερα από μόνα τους λοιπόν δεν χρειάζονται περεταίρω σχολιασμό για να καταδείξουν την τρομακτικού μεγέθους ληστεία που συντελέστηκε τα τελευταία επτά χρόνια σε βάρος κυρίως της μισθωτής εργασίας.

Να προσθέσουμε εδώ απλά και ένα ακόμα στοιχείο που ενισχύει αυτή την άποψη. Η αναλογία έμμεσων και άμεσων φόρων που όπως είναι γνωστό αποτυπώνει και την μεγαλύτερη ταξικότητα ενός συστήματος καθώς οι άμεσοι φόροι επιβάλλονται στην πηγή του εισοδήματος και κατά κανόνα επιβαρύνουν ανάλογα με το εισόδημα, σε αντίθεση με τους έμμεσους οι οποίοι μετακυλύονται στην τελική τιμή του προϊόντος και επιβαρύνουν τον καταναλωτή ανεξαρτήτως εισοδήματος. Έτσι ένα κουτί αναψυκτικού για παράδειγμα περιέχει στην τελική τιμή που θα αγοραστεί ένα ποσό φόρου το οποίο είναι ίδιο για όλους ανεξάρτητα από το εισόδημά τους. Άλλωστε ο φιλελευθερισμός είναι το σύστημα αντιλήψεων που μας εξισώνει όλους απέναντι στο νόμο είτε έχουμε κότερο, είτε πατίνι, ενώ η απάντηση ενός φιλελεύθερου οικονομολόγου στο παραπάνω θα ήταν ότι αν δεν θέλεις να πληρώσεις τον φόρο αυτό είσαι ελεύθερος να μην καταναλώσεις το συγκεκριμένο προϊόν. Ο κατ εξοχήν όμως έμμεσος φόρος φυσικά είναι ο ΦΠΑ ο οποίος τα χρόνια των μνημονίων έχει ανέλθει κατά πέντε μονάδες δηλαδή από το 19% στο 24% ενώ ταυτόχρονα την ίδια περίοδο έχουν μετακινηθεί στον υψηλό συντελεστή μια σειρά από προϊόντα ευρείας λαϊκής κατανάλωσης, ενώ έχει καταργηθεί ή καταργείται σταδιακά ο μειωμένος συντελεστής στα νησιά του Αιγαίου. Η αναλογία λοιπόν των έμμεσων και άμεσων φόρων ήταν το 54% το 2016 και στο 57% σχεδόν το 2017 ενώ το ίδιο ποσοστό προβλέπεται και στον προϋπολογισμό για το 2018. Η κοινωνικά ευαίσθητη και τάχα μου αριστερή κυβέρνηση διατηρεί και αυξάνει την αναλογία αυτή που είναι καταφανώς άδικη όταν στην Δυτική Ευρώπη η αναλογία είναι αντίστροφη υπέρ των άμεσων φόρων και όταν μια διεκδίκηση που θα έπρεπε να είναι στην πρώτη γραμμή θα ήταν η κατάργηση όλων των έμμεσων φόρων ή τουλάχιστον στα βασικά είδη λαϊκής κατανάλωσης και η αντικατάστασή τους από την φορολογία του εισοδήματος.

Επιπλέον ένα ακόμα χαρακτηριστικό στοιχείο για το πώς η διάρθρωση του προϋπολογισμού εξυπηρετεί τα συμφέροντα των δανειστών και του κεφαλαίου είναι και τα ποσά που δίνονται για τους τόκους και τα δάνεια. Το 2016 καταβλήθηκαν για τόκους 5,93 δις ευρώ, την ίδια στιγμή που το υπουργείο Παιδείας για το ίδιο διάστημα έλαβε 4,88 δις ευρώ δηλαδή 1,1 δις ευρώ λιγότερα.

Ακόμα χρειάζεται εδώ να τονιστεί ότι γενικότερα στον τομέα των δαπανών δηλαδή στην χρηματοδότηση βασικών λειτουργιών του δημοσίου από τις οποίες κατά βάση ωφελούνται τα λαϊκά στρώματα, η κυβέρνηση είναι ο καλύτερος εφαρμοστής των νεοφιλελεύθερων πρακτικών καθώς ενώ το ΑΕΠ έχει συρρικνωθεί κατά 27% και οι φόροι και κυρίως οι έμμεσοι έχουν ανέβει στα ύψη, οι δαπάνες το 2017 έφτασαν τα 49,54 δις όταν το 2016 ήταν 50,43 δις, ενώ για το 2018 η πρόβλεψη είναι ότι θα μειωθούν ακόμη περισσότερο και θα προσεγγίσουν τα 48.86 δις ευρώ.

Κλείνοντας, θα μπορούσαμε να πούμε πως όπως σε όλα τα υπόλοιπα πράγματα, έτσι και στους προϋπολογισμούς αντανακλώνται κάθε φορά οι ταξικοί συσχετισμοί η δυναμική του κινήματος και η περίοδος των οικονομικών κύκλων όπως όλα αυτά εντάσσονται στα πλαίσια της εθνικής και διεθνούς οικονομικής και κοινωνικοπολιτικής συγκυρίας. Η πάλη για μια άλλη διαφορετική οικονομική πολιτική για έναν διαφορετικό προϋπολογισμό όπως και στα υπόλοιπα ζητήματα στο στάδιο του ολοκληρωτικού καπιταλισμού συνδέεται ολοένα και πιο στενά με τη συνολική οικονομική και πολιτική πάλη για την ανατροπή. Διάφορες θεωρίες και προσπάθειες του παρελθόντος αλλά και του παρόντος που προσπαθούν να υπεκφύγουν από το τελικό ερώτημα και που αναλώνονται μόνο σε μια πιο φιλολαϊκή διαχείριση ή θεωρίες περί συμμετοχικού προϋπολογισμού που ο λαός σε διαδικασίες από τα κάτω θα συνδιαμορφώνει, πέρα από το γεγονός ότι ίσως θα μπορούσαν να εφαρμοστούν μόνο σε μικρό τοπικό επίπεδο, δεν θα απέφευγαν τελικά το βασικό ερώτημα. Ποιος οργανώνει -ελέγχει την παραγωγή και ποιος καρπώνεται τα αποτελέσματά της. Άρα, και τέτοιες προσπάθειες αν δεν δουν τον εαυτό τους σαν μέρος ενός συνολικότερου ρεύματος αντικαπιταλιστικής ανατροπής δεν θα πάνε πολύ μακριά.

Μάκης Βάσιλας