Για τη "Συμφωνία των Πρεσπών" και το χαρακτήρα της

Το παρακάτω κείμενο αποτελεί το βασικό τμήμα από την παρέμβαση του Παναγιώτη Ξοπλίδη, μέλους της ΠΕ του ΝΑΡ, στην σχετική εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο κάμπινγκ «Αναιρέσεις 2018».

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΡΕΣΠΩΝ:

ΟΙ ΛΑΟΙ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΣΕ ΚΟΙΝΟ ΑΓΩΝΑ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΥΣ ΕΚΒΙΑΣΜΟΥΣ ΝΑΤΟ-ΗΠΑ-ΕΕ-ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

Σε μια τόσο πολυσυζητημένη συμφωνία όπως η συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ ή Συμφωνία των Πρεσπών όπως έχει ονομαστεί, ο δημόσιος διάλογος που έχει ξεδιπλωθεί όλο το προηγούμενο διάστημα αφορά μόνο την… μισή συμφωνία. Ενώ η κυβέρνηση, η δεξιά και ακροδεξιά, ο τύπος και συνολικότερα το αστικό μπλοκ εξουσίας προβάλλουν σχεδόν αποκλειστικά το θέμα και την αντιπαράθεση για το «όνομα» της γειτονικής χώρας, ένα ολόκληρο κομμάτι της συμφωνίας (ίσως το σημαντικότερο για να καταδειχθεί ο χαρακτήρας της) που οριοθετεί τις οικονομικές, πολιτικές και στρατιωτικές σχέσεις των δύο χωρών μένει στην πλήρη αφάνεια. Γιατί γίνεται όμως αυτό;

ΤΙ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΡΕΣΠΩΝ;

Στο άρθρο 1, η «Συμφωνία των Πρεσπών» καθορίζει το όνομα της γειτονικής χώρας και στην παράγραφο 1.8 καθορίζονται οι όροι του -εξευτελιστικού για οποιοδήποτε λαό- erga omnes, καθώς επιβάλλεται η χρήση του ονόματος και για το εσωτερικό της χώρας και για κάθε χρήση, η υποχρέωση αλλαγής του Συντάγματος (άρθρο 4), ενώ καθορίζονται και οι διαδικασίες κύρωσης της Συμφωνίας.

Το «ΜΕΡΟΣ 2» της Συμφωνίας αφορά την «ενίσχυση και την εμβάθυνση της συνεργασίας μεταξύ των δύο μερών» (Ελλάδας-Δημοκρατίας Μακεδονίας). Με την παράγραφο 1 ορίζεται ότι τα μέλη συμφωνούν ότι «η στρατηγική τους συνεργασία θα επεκταθεί σε όλους τους τομείς όπως η γεωργία, η πολιτική προστασία, η άμυνα, η οικονομία, η ενέργεια, το περιβάλλον, η βιομηχανία, οι υποδομές, οι επενδύσεις, ο τουρισμός, το εμπόριο, η διασυνοριακή συνεργασία και οι υποδομές». Πίσω από αυτή την πολύ γενική και ουδέτερη διατύπωση της ανάγκης να βελτιωθούν οι διμερείς σχέσεις, ακολουθούν πολύ συγκεκριμένες εξειδικεύσεις, που αντανακλούν πολύ συγκεκριμένα συμφέροντα τόσο των πολυεθνικών ομίλων που έχουν εμπλακεί στην περιοχή, όσο και του ελληνικού κεφαλαίου.

Με το άρθρο 14 η Συμφωνία προχωράει πιο βαθιά στο «οικονομικό της «ψητό». Στην παράγραφο 4 ορίζεται ότι «τα μέρη θα ενισχύσουν την συνεργασία τους όσον αφορά την ενέργεια, ιδιαίτερα δια της κατασκευής, συντήρησης και χρήσης, διασυνδεόμενων αγωγών φυσικού αερίου και πετρελαίου (υφιστάμενων, υπό κατασκευή και σχεδιαζόμενων)».

Στο άρθρο 16 ορίζεται ότι οι δύο χώρες θα «συνεργάζονται» στον τομέα της «πολιτικής προστασίας». Όλοι ξέρουμε τον ρόλο που παίζει η «πολιτική προστασία» τόσο για τις σχέσεις ανάμεσα στους μηχανισμούς καταστολής, όσο και για την οριοθέτηση των «ζωνών επιρροής» (βλ πχ στο Αιγαίο).

Το άρθρο 17 αφορά κατευθείαν την «στρατιωτική συνεργασία» ανάμεσα στις δύο χώρες. Με το άρθρο αυτό καθορίζεται ότι τα δύο μέρη θα επεκτείνουν την συνεργασία τους στον τομέα της άμυνας μέσω κοινών στρατιωτικών ασκήσεων και στην εκπαίδευση προσωπικού.

Η Συμφωνία αυτή έχει λοιπόν τρεις πλευρές: α) την πλευρά της συμμετοχής της «Βόρειας Μακεδονίας» στους ιμπεριαλιστικούς συνασπισμούς ΝΑΤΟ και ΕΕ, β) την αντιμετώπιση των «ιστορικών διαφορών» ανάμεσα στα δύο κράτη (όνομα, γλώσσα, ιστορική κληρονομιά κλπ) και τέλος γ) την ανάπτυξη των οικονομικών, πολιτικών και στρατιωτικών σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες, που αποτελεί και το Δεύτερο Μέρος της Συμφωνίας (την μισή συμφωνία δηλαδή).

Αν θέλει να κάνει λοιπόν κανείς κριτική στις Συμφωνία αυτή από ταξικές θέσεις, τότε πρέπει να αντιμετωπίσει την Συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ στο σύνολό της και μάλιστα όχι σαν ένα απομονωμένο διπλωματικό κείμενο, αλλά μέσα στο συγκεκριμένο πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον στο οποίο υπογράφτηκε, μέσα στον συγκεκριμένο συσχετισμό δυνάμεων τον οποίο αντανακλά και διαμορφώνει, δηλαδή σε τελική ανάλυση τα ταξικά συμφέροντα που εκπροσωπεί.

Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ

ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΧΩΡΩΝ. Ο ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΣ.

Ο ΡΟΛΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΔΙΩΞΕΙΣ ΤΩΝ ΠΟΛΥΕΘΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ.

Για το 2017 η Ελλάδα με όγκο εμπορίου 726 εκ €, αποτέλεσε τον τρίτο σημαντικότερο εταίρο της Δημοκρατίας της Μακεδονίας μετά την Γερμανία (με 3.1 δις €.), 32 μόλις εκ €. λιγότερα από το Ηνωμένο Βασίλειο, που έχει όγκο εμπορίου 758 εκ €. Αυτά και μόνο τα στοιχείο θα ήταν αρκετά για να τελειώνουμε με την αστεία φιλολογία των «εθνικών κινδύνων», και του «αλυτρωτισμού» που υιοθετούν ακόμα και κάποιες αριστερές οργανώσεις στην Ελλάδα.

Ακόμα πιο σοβαρή είναι μια πρόχειρη ακτινογραφία της διάρθρωσης της παρουσίας του ελληνικού κεφαλαίου στην «Βόρεια Μακεδονία». Αν ακολουθούσαμε την στοιχειώδη αυτή μαρξιστική ανάλυση, τότε εύκολα θα βλέπαμε ότι το ελληνικό κεφάλαιο παίζει καθοριστικό ρόλο στους πιο σημαντικούς τομείς κλειδιά της οικονομίας της γειτονικής χώρας, σε ένα βαθμό μάλιστα τους ελέγχει.

Στην γειτονική χώρα δραστηριοποιούνται 335 επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων. Στην τρίτη θέση των πιο δυναμικών εταιρειών κατατάσσεται η «OKTA RAFINERY», θυγατρική των ΕΛΠΕ, με τζίρο που ξεπερνά τα 311 εκ €. Η κυριαρχία των ΕΛΠΕ στην αγορά της γειτονικής χώρας δεν ήταν χωρίς σύννεφα, καθώς το 2013 η κυβέρνηση Γκρουέφσκι έθεσε τέρμα στον αγωγό πετρελαίου που συνέδεε το διυλιστήριο των ΕΛΠΕ στην Θεσσαλονίκη με το αντίστοιχο της ΟΚΤΑ, με αποτέλεσμα να δυσκολέψουν σημαντικά οι όροι διείσδυσης των ΕΛΠΕ στην περιοχή. Όμως μέσα στο πλαίσιο της «Συμφωνίας των Πρεσπών» επιταχύνεται η επαναλειτουργία του αγωγού, η οποία άλλωστε «φωτογραφίζεται» στην Συμφωνία όταν αναφέρεται στους «υφιστάμενους αγωγούς» πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η επαναλειτουργία του αγωγού, σύμφωνα με τα σχέδια των ΕΛΠΕ, θα καταστήσει την Δημοκρατία της Μακεδονίας ενεργειακό κόμβο για την παραπέρα διείσδυσή τους στην περιοχή των Βαλκανίων και ιδιαίτερα στην Σερβία (που σήμερα προμηθεύεται καύσιμα από το διυλιστήριο του Πάντσεβο που είναι κατά 50% ρωσικό και κατά 50% σερβικό), στην Βουλγαρία στην οποία κυριαρχεί η ρώσικη Lukoil, και στην Αλβανία.

Παράλληλα, εγκρίθηκε πρόσφατα, στις 15.04.2018 από το Διοικητικό Συμβούλιο της ΔΕΗ, η εξαγορά της εταιρείας εμπορίας και προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας EDS έναντι τιμήματος 4,8 εκατ. ευρώ. Ο όμιλος EDS, αποτελεί μία δυναμικά ανερχόμενη εταιρεία στον τομέα της εμπορίας και προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας. Ιδρύθηκε το 2012 και έχει θυγατρικές στη Σερβία, στη Σλοβακία και στο Κόσσοβο. Η Σύμβαση υπεγράφη στις 25.04 ανάμεσα στον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της ΔΕΗ Μανώλη Παναγιωτάκη και τον ιδιοκτήτη της EDS, και αντιπρόεδρο της κυβέρνησης της γειτονικής χώρας, Koco Angusev.

Τέλος, σε πρόσφατη ανακοίνωσή της η κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Μακεδονίας μας πληροφορεί ότι συμφωνήθηκε ανάμεσα στην Εταιρεία Ενεργειακών Πόρων (“MER”) και την ελληνικής “ΔΕΣΦΑ”, χρονοδιάγραμμα και λεπτομέρειες για την κατασκευή του διασυνδετήριου αγωγού φυσικού αερίου. Με αυτό το έργο θα κατασκευασθεί δίκτυο αγωγού φυσικού αερίου περίπου 120 χιλιομέτρων, ενώ δημιουργούνται οι συνθήκες ώστε να συνδεθεί αυτός στο μέλλον με τον διεθνή αγωγό Trans-Adriatic Pipeline (TAP).

Δεν είναι όμως μόνο ο τομέας της ενέργειας που το ελληνικό κεφάλαιο (εννοείται στην σημερινή του σύνθεση με καθοριστικό ρόλο των πολυεθνικών, ιδιαίτερα των αμερικάνικων), έχει κυρίαρχο ρόλο. Κορυφαία θέση στο χρηματοπιστωτικό τομέα κατέχει η τράπεζα Stopanska Banka, θυγατρική της Εθνικής Τράπεζας. Μεγάλες επενδύσεις και ισχυρές θέσεις στην γειτονική χώρα έχουν εκτός των εταιρειών ενέργειας και των τραπεζών ο όμιλος της τσιμεντοβιομηχανίας ΤΙΤΑΝ με την θυγατρική του Usje Cementarnica, η κατασκευαστική εταιρεία AKTOR -θυγατρική του ομίλου ΑΚΤΩΡ- και η θυγατρική της ΣΙΔΕΝΟΡ Dorjan Steel. Καθοριστική θέση στο λιανεμπόριο κατέχει ο όμιλος σούπερ μάρκετ Βερόπουλου, ενώ η Elbisco του Κυριάκου Φιλίππου είναι η μεγαλύτερη εταιρεία παραγωγής ψωμιού στην γείτονα.

Σε ένα ταξίδι από την Θεσσαλονίκη στα Σκόπια συναντά κανείς παντού την παρουσία του ελληνικού κεφαλαίου με απλή παρατήρηση. Μόλις περάσει κανείς τα σύνορα στην Γευγελή, υπάρχει το “Λας Βέγκας των Βαλκανίων”, καζίνο που απευθύνεται σχεδόν αποκλειστικά στην ελληνική αγορά. Στη συνέχεια διασχίζει τον νέο αυτοκινητόδρομο (για τον οποίο συζητήθηκε πολύ η μετονομασία του από “Μέγας Αλέξανδρος” σε “Οδό Φιλίας”) λίγοι όμως γνωρίζουν ότι κατασκευάζεται από τον ΑΚΤΟΡΑ, του έλληνα “εθνικού εργολάβου” Μπόμπολα που βρίσκει νέο πεδίο κερδοφορίας στην γειτονική χώρα. Και μόλις φτάσει κανέις στην πρωτεύουσα Σκόπια, δίπλα στον Κεντρικό Σταθμό των λεωφορείων βλέπεις το εμπορικό κέντρο VERO, το μεγαλύτερο mall στην Μακεδονία του γνωστού μας Βερόπουλου που μαζί με τα JUMBO έχουν κατασκευάσει μεγάλα εμπορικά κέντρα και σε άλλες πόλεις. Μπορεί ο Βερόπουλος να έχει κηρύξει πτώχευση στην Ελλάδα, ωστόσο στην γειτονική χώρα συνεχίζει να κερδοφορεί και μάλιστα εφαρμόζοντας τις ίδιες και ακόμα χειρότερες εργασιακές σχέσεις που γνωρίσαμε και στην Ελλάδα.

Η διείσδυση του ελληνικού κεφαλαίου και ο καθοριστικός του ρόλος στην περιοχή είναι αδιαμφισβήτητος. Η υπογραφή της Συμφωνίας και η πορεία ένταξης της Δημοκρατίας της Μακεδονίας στην ΕΕ θα ενισχύσει αυτόν τον ρόλο.

Για αυτό, όχι μόνο οι ιμπεριαλιστικές χώρες και οι διεθνείς τους οργανισμοί στο σύνολό τους έσπευσαν να χαιρετίσουν την συμφωνία, καθώς ανοίγει τον δρόμο για την ένταξη της γειτονικής χώρας στους οργανισμούς αυτούς, αλλά και η ελληνική αστική τάξη δεν έδειξε μικρότερο ενθουσιασμό. Είναι πολύ χαρακτηριστική η στήριξη του αστικού τύπου με εκτεταμένη αρθρογραφία, με μια επιχειρηματολογία που επικεντρώνεται στην δυνατότητα της Ελλάδας «να ανακτήσει μέρος του πρωταγωνιστικού ρόλου και επιρροής της στα Βαλκάνια και περιορίζει, σε βάθος χρόνου, την επιρροή και τα περιθώρια κινήσεων της Τουρκίας στην περιοχή». Ο ίδιος ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Κοτζιάς δεν δίστασε να αναφέρει ότι η συμφωνία των Πρεσπών ανοίγει τον δρόμο για να ξαναγίνουν τα Βαλκάνια μια “ελληνική ενδοχώρα”!

Αυτονόητο επίσης είναι το γεγονός ότι ο στρατιωτικός συσχετισμός ανάμεσα στις δύο χώρες είναι συντριπτικός. Ενδεικτικά, η Ελλάδα διαθέτει στρατιωτικό προσωπικό 161.000, ενώ η Μακεδονία 8.055 στρατό, η «πολεμική» αεροπορία του κράτους αυτού αποτελούν 6 επιθετικά και 6 μεταφορικά ελικόπτερα (η Ελλάδα διαθέτει στόλο 600 αεροσκαφών), η γείτονα χώρα έχει 31 τεθερωκισμένα (η Ελλάδα 1345), ενώ δεν διαθέτει καθόλου ναυτικό. Μετά από όλα αυτά είναι απορίας άξιον το πώς υπάρχουν δυνάμεις που μιλάνε για «κίνδυνο» και πως υπάρχουν δυνάμεις στην αριστερά που δεν σηκώνουν ισχυρό μέτωπο απέναντι σε αυτές τις ανοησίες.

ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΣΤΑΣΗ ΑΡΧΩΝ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΖΗΤΗΜΑ;

Σκληρός πυρήνας, τόσο των εθνικιστικών όσο και των «αντιεθνικιστικών» ρευμάτων, είναι η κόντρα γύρω από το όνομα και την εθνικότητα με παράλληλη υποβάθμιση του ρόλου της Συμφωνίας σαν προπομπός και εισιτήριο για την ένταξη στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ και φυσικά την επιδίωξη της γεωπολιτικής αναβάθμισης του ρόλου της ελληνικής ολιγαρχίας.

Το ζήτημα της εθνικής ταυτότητας δεν αποτελεί ποτέ την αιτία των ανταγωνισμών και των πολέμων. Οι αιτίες είναι στη σύγκρουση των ταξικών συμφερόντων. Αυτό έπρεπε να βάζει στην πρώτη γραμμή η αριστερά, αντί να μηρυκάζει τα περί «αλυτρωτισμού» και «κινδύνου» ρίχνοντας νερό στον μύλο της δεξιάς αντιπολίτευσης στην συμφωνία. Η μακεδονική εθνογέννηση συνδέθηκε με το κοινωνικό ζήτημα ήδη από την εξέγερση του Ίλιντεν, αλλά και στις δεκαετίες του 1920, '30 και '40, όταν συγκρούστηκε με τα φασιστικά καθεστώτα και στην Σερβία και στην Ελλάδα και στην Βουλγαρία. Σήμερα γίνεται προσπάθεια και στην γειτονική χώρα όλα αυτά να ενταχτούν σε μια εθνική αφήγηση χωρίς την κοινωνική και ταξική διάσταση, σε μια συνολική προσπάθεια ιστορικού αναθεωρητισμού που εξελίσσεται και στην Ελλάδα και παγκόσμια (πχ με την εξίσωση φασισμού-κομμουνισμού).

Στην Ελλάδα το “Μακεδονικό ζήτημα” αγγίζει τον πυρήνα του εθνικού αφηγήματος του νέου ελληνικού κράτους. Αποκρύπτεται ο πολυεθνικός χαρακτήρας που είχε η περιοχή και οι εθνικιστικές πολιτικές καταπίεσης και αυταρχισμού που εφάρμοσε διαχρονικά και συστηματικά το ελληνικό κράτος επί του σλαβικού στοιχείου εντός των ελληνικών συνόρων.

Ιστορικά το κομμουνιστικό κίνημα στην Ελλάδα στάθηκε απέναντι σ’ αυτήν την εθνική, αστική πολιτική. Είναι για αυτό πολύ προβληματική η σημερινή θέση του ΚΚΕ και άλλων αριστερών οργανώσεων. Το 1988 για πρώτη φορά ο τότε ηγέτης του ΚΚΕ Χαρίλαος Φλωράκης δήλωσε ότι: «για το ΚΚΕ μακεδονική μειονότητα στην Ελλάδα δεν υπάρχει». Σε αλλεπάλληλες συνεντεύξεις του γ.γ. της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρη Κουτσούμπα σήμερα αμφισβητείται η ύπαρξη μακεδονικής εθνικής μειονότητας στην Ελλάδα, αλλά και σύγχρονου μακεδονικού έθνους και γλώσσας. Μάλιστα, η αναγνώριση της ύπαρξης οποιουδήποτε από τα παραπάνω θεωρείται πως αποδεικνύει τις αλυτρωτικές βλέψεις του γειτονικού κράτους και ανοίγει ζήτημα αλλαγής των συνόρων. Είναι τραγική αυτή η θέση αν σκεφτούμε τους χιλιάδες κομμουνιστές στην Ελλάδα που βασανίστηκαν, εκτελέστηκαν, στάλθηκαν σε εξορίες και ξερονήσια ακριβώς γιατί αρνήθηκαν να δεχτούν την πολιτική του επίσημου ελληνικού κράτους στις δεκαετίες του '40, του '50 και του '60. Το ΚΚΕ υπογραμμίζοντας διαρκώς το ζήτημα της εθνικής ασφάλειας και του αλυτρωτισμού των γειτόνων και "αγνοώντας" την πρωτοφανή παρέμβαση για αλλαγή του Συντάγματος της γειτονικής χώρας εν καιρώ ειρήνης, το μόνο που σχολιάζει είναι ότι αυτά δεν είναι αρκετά και μάλιστα συνιστούν επικίνδυνη υποχώρηση. Μένουν έτσι σχεδόν στο απυρόβλητο οι επιθετικές/ηγεμονικές διαθέσεις του ελληνικού κράτους και κεφαλαίου στην περιοχή. Το πρόβλημα αυτής της λογικής είναι ότι, παρά τα ευχολόγιά που διατυπώνονται, υποσκάπτει κάθε δυνατότητα επικοινωνίας με τον γειτονικό λαό, τη στιγμή που απαιτείται κοινό μέτωπο απέναντι στις ελληνικές επιχειρήσεις, το πολυεθνικό κεφάλαιο, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Πώς θα προχωρήσει αυτή η προοπτική με έναν λαό του οποίου τον εθνικό, γλωσσικό και κρατικό αυτοπροσδιορισμό αρνούνται; Δεύτερο κι εξίσου σημαντικό. Από τη γενικότερη τοποθέτηση του ΚΚΕ και άλλων οργανώσεων λείπουν ή είναι πολύ υποβαθμισμένα τα καθήκοντα απέναντι στον ελληνικό εθνικισμό. Πώς όμως μπορεί να καταπολεμηθεί αποτελεσματικότερα ο εγχώριος σοβινισμός-εθνικισμός; Όταν υιοθετούμε τμήμα της επιχειρηματολογίας του; Όταν κρούουμε τον κίνδυνο για την εδαφική ακεραιότητα της χώρας από τον αλυτρωτισμό των γειτόνων ή όταν αποδομούμε θαρρετά τους εθνικούς μύθους και το ιδεολόγημα της «πανταχόθεν βαλλόμενης και αμυνόμενης» Ελλάδας;

Υπάρχει φυσικά και το ανάποδο λάθος. Τμήμα της εγχώριας Αριστεράς και του αντιεξουσιαστικού χώρου αντιμετωπίζει τη Συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ ευμενώς ή τουλάχιστον επιεικώς. Πίσω απ’ αυτή τη στάση κρύβεται η λανθασμένη λογική ότι η Συμφωνία αποτελεί πλήγμα στον εθνικισμό και (σχετικά) δίκαιη διευθέτηση του ζητήματος. Εδώ υπάρχει μια σαφής και λαθεμένη υποτίμηση του ιμπεριαλιστικού παράγοντα και των πασιφανών προτεραιοτήτων του στην περιοχή που εξυπηρετούνται μέσω αυτής της Συμφωνίας, ενώ παραβλέπεται η εθνικιστική δυναμική που θα δημιουργήσει το αφήγημα της “εθνικής προδοσίας” που ήδη καλλιεργείται από την παραδοσιακή Δεξιά και Ακροδεξιά και στις δύο πλευρές των συνόρων. Επιπλέον, αθωώνεται εμμέσως η επιθετική/επεκτατική πολιτική του ελληνικού κράτους και κεφαλαίου στην περιοχή κι η υπηρέτηση αυτού του σχεδίου από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή η στάση, επικοινωνεί όμως άθελά της με την κυβερνητική προπαγάνδα σ’ ένα ευρύτερο προοδευτικό ακροατήριο και δεν βοηθάει στην αποκάλυψη των αστικών σχεδίων.

Απέναντι σε δύο αντιλήψεις που δεν μπορούν ναν αντιπαρατεθούν ολοκληρωμένα με τις δυο κύριες μορφές της αστικής πολιτικής –τον αστικό εθνικισμό και τον αστικό κοσμοπολιτισμό-«ανιεθνικισμό», χρειάζεται να προβληθεί μια αντίληψη η οποία αναδεικνύει την σαφή αντίθεσή της στην συμφωνία, τόσο γιατί αποτελεί τον κρίκο στην ευρωνατοική ολοκλήρωση των Βαλκανίων, όσο και γιατί εξυπηρετεί τα συμφέροντα της ελληνικής ολιγαρχίας που επιδιώκει την σχετική αναβάθμιση του γεωπολιτικού και οικονομικού της ρόλου στην περιοχή, σε βάρος, με εκβιασμούς και τελικά επιβολή απέναντι στον γειτονικό λαό. Η δική μας αντίληψη προτάσσει την ανάγκη της αντιιμπεριαλιστικής, ταξικής και διεθνιστικής ενότητας των λαών.

Είναι απαραίτητο να εκφραστεί μια κομμουνιστική κι εργατική πολιτική, η μόνη που μπορεί να απαντήσει στον εθνικισμό. Η πρώτη υποχρέωση μιας σύγχρονης κομμουνιστικής και ταξικής παρέμβασης είναι η αποκάλυψη των ΝΑΤΟϊκών και Ευρω-Ενωσιακών σχεδίων για την ολοκληρωτική πρόσδεση των δυτικών Βαλκανίων στο ιμπεριαλιστικό τους άρμα. Η Συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ εξυπηρετεί καταρχήν και καθαρά αυτές τις προτεραιότητες. Παράλληλα, οφείλουμε να αποκαλύψουμε το εθνικό, κρατικό σχέδιο της αστικής τάξης και του αστικού πολιτικού προσωπικού για επανεξόρμηση στα Βαλκάνια και μετατροπή της Δημοκρατίας της Μακεδονίας (και όχι μόνο) σε πεδίο άγριας κερδοφορίας για το ελληνικό κεφάλαιο.

Είναι αναγκαία η διεθνιστική εργατική παρέμβαση, ιδιαίτερα των κομμουνιστών, για τη συνεργασία των εργατικών τάξεων και των λαών ενάντια σε όλες τις αστικές τάξεις, τον ιμπεριαλισμό και όλους τους εθνικισμούς και από τις δύο πλευρές των συνόρων. Μόνο έτσι διασφαλίζεται η ανεξαρτησία των ταξικών δυνάμεων από την αστική πολιτική, μπαίνουν τα θεμέλια διαμόρφωσης μιας άλλης προοπτικής για τα Βαλκάνια και μπορεί να επιτευχθεί η κοινή αντιιμπεριαλιστική, αντιεθνικιστική, αντιπολεμική πάλη με τους εργαζόμενους και τις αριστερές δυνάμεις της Δημοκρατίας της Μακεδονίας, που επίσης πολεμούν τον εθνικισμό και τη δική τους αστική τάξη.