ΒΙΟ.ΜΕ: Οι εργάτες λειτουργούν το εργοστάσιο

Οι εργαζόμενοι της Βιομηχανικής Μεταλλευτικής στη Θεσσαλονίκη, απλήρωτοι από το Μάιο του 2011 και σε επίσχεση εργασίας, με μεγάλα προβλήματα επιβίωσης, αγωνίζονται να κρατήσουν μια επιχείρηση παραγωγής δομικών υλικών ζωντανή και τους εργαζόμενους με αξιοπρέπεια και με ανορθωμένο το ανάστημα απέναντι στη λαίλαπα του ξένου και του ντόπιου κεφαλαίου! Σήμερα έκαναν ένα ακόμα βήμα, ανοίγοντας το εργοστάσιο για να το λειτουργήσουν. Στόχος του σωματείου είναι η επαναλειτουργία του εργοστασίου από τους ίδιους τους εργάτες με τη δημιουργία ενός παραγωγικού συνεταιρισμού.

Το Νέο Αριστερό Ρεύμα δηλώνει την αλληλεγγύη του στους αγωνιζόμενους εργαζόμενους της ΒΙΟ.ΜΕ. Θεσσαλονίκης. Είμαστε δίπλα σε κάθε εργατικό αγώνα που ξεσπά αυτή την περίοδο και πιστεύουμε ότι μπορεί να συμβάλλει στην πάλη του εργατικού κινήματος και τη ρήξη με την πολιτική του Κεφαλαίου.

Σε μια πόλη, όπως αυτή της Θεσσαλονίκης, που κλονίζεται επί πολλά χρόνια από την ανεργία, με δεκάδες βιομηχανικές μονάδες να κλείνουν η μία μετά την άλλη, ο αγώνας των εργαζομένων της ΒΙΟ.ΜΕ δεν υπομένει μοιρολατρικά τις εξελίξεις, αλλά διεκδικεί ενεργό ρόλο με τη συμμετοχή των εργαζομένων.

Ταυτόχρονα, ο αγώνας της ΒΙΟ.ΜΕ, ανοίγει μια μεγάλη συζήτηση για το εργατικό κίνημα της εποχής μας, στον κόσμο του αγώνα, στη νεολαία, στους άνεργους, για τις απαντήσεις που πρέπει να δώσει ο κόσμος της δουλειάς, τα συνδικάτα, η αριστερά, στο ζήτημα της επιβίωσης, της δουλειάς και της ανεργίας, στην απλήρωτη δουλειά. Συζήτηση που πρέπει να αναδείξει και έμπρακτα μορφές και διεκδικήσεις, στόχους και αγώνες που θα απαντούν στην ανάγκη της επιβίωσης της εργατικής τάξης σε σύνδεση πάντα με την αντικαπιταλιστική προοπτική, για την ανατροπή της σύγχρονης χούντας του κεφαλαίου και των εκπροσώπων του, την συνολική ανατροπή της επίθεσης, που είναι όρος για να ζήσουμε.

Γι΄ αυτό ο αγώνας της ΒΙΟ.ΜΕ, όλοι οι εργατικοί ταξικοί αγώνες, για να νικήσουν, πρέπει να στοχεύσουν στην συνολική ανατροπή της αντεργατικής πολιτικής που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις του κεφαλαίου, η Ε.Ε. και το ΔΝΤ. Να παλέψουν και άμεσα για απαλλοτρίωση- δήμευση των περιουσιακών στοιχείων των αφεντικών, ενάντια στις τράπεζες-τοκογλύφους, για τον εργατικό έλεγχο με βάση τις κοινωνικές ανάγκες σε συνδυασμό με την πάλη για την εξουσία των εργατών, ως τελικό προαπαιτούμενο για την ριζική αλλαγή των παραγωγικών σχέσεων. Για "να μπορεί ο εργάτης χωρίς αφεντικά" τελικά και ολοκληρωμένο-αυτό άλλωστε είναι το ζητούμενο, πρέπει να πάρει εκτός από τα εργοστάσια και την πολιτική εξουσία. Να ορίζει την κοινωνία, με τα δικά του όργανα επιβολής, ενάντια στους καπιταλιστές, την τάξη τους και την πολιτική τους εξουσία, το κράτος τους.

Από αυτή την άποψη και οπτική, για τον κόσμο της δουλειάς, λύση δεν είναι μια δήθεν «κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία» που πρωθούν η Ε.Ε. και οι κυβερνήσεις, δηλαδή το μοίρασμα της φτώχειας μας. Πρόταση και πρακτική που προωθούν στη χώρα μας και επιχειρηματικά συμφέροντα (κανάλια, super market, ΜΚΟ, εφοπλιστές και «ευαίσθητοι» βιομήχανοι...), αλλά και πολιτικές δυνάμεις, η εκκλησία, κ.α.

Η «κοινωνική οικονομία» είναι βασικό στοιχείο της "δέσμης ενεργειών" της ΕΕ για την τόνωση της επιχειρηματικότητας και την υποκατάσταση βασικών δημόσιων λειτουργιών που διαλύουν λόγω της καπιταλιστικής κρίσης. Κάτω από το βάρος της εξαθλίωσης και της ανεργίας, κάτω από το βάρος της αναποτελεσματικότητας και της υποταγής του γραφεικρατικού συνδικαλισμού της ήττας, προτάσεις για «αυτοδιαχείρηση» και «αλληλεγγύη» είναι ελκτικές και δείχνουν να απαντούν άμεσα στις ανάγκες πολλών εργαζομένων, είναι όμως εξίσου γρήγορα ενσωματώσιμες, υιοθετώντας επιχειρηματικές πρακτικές και αναπαράγοντας τα ιδεολογήματα της αγοράς. Γι΄αυτό, οι προσπάθειες αυτές χρειάζεται να συγκρούονται ταυτόχρονα με την καρδιά της πολιτικής των κυβερνήσεων και του κεφαλαίου, με τις πολιτικές που απαντούν από αστική σκοπιά στην καπιταλιστική κρίση. Να δίνουν συνδεδεμένα τον αγώνα για την επιβίωση με τον απαραίτητο αγώνα για την ανατροπή.

Οι διαπιστώσεις και επισημάνσεις μας αυτές, γίνονται από τη σκοπιά του μαχόμενου εργατικού κινήματος και όχι μιας "από μακριά" κριτικής και εύκολης απαξίωσης τέτοιων εγχειρημάτων ή της απόπειρας των εργαζομένων της ΒΙΟ.ΜΕ. Θέλει να συμβάλλει στην αναγκαία στήριξη, πρώτα απ΄ όλα πολιτική και θεωρητική, κάθε αγώνα που θέλει να σπάσει τα δεσμά του υποταγμένου συνδικαλισμού, του "γνώριμου" δρόμου της αναποτελεσματικότητας, των "εξαιρέσεων", των απλών διαμαρτυριών. Γίνεται μέσα στη μάχη, με στόχο να νικήσουν όλοι οι εργαζόμενοι, χωρίς απογοητεύσεις, με προοπτική και σχέδιο καλά στηριγμένο στην πείρα του κινήματος, στη γνώση της θέσης και των δυνατοτήτων, στην σαφή εκτίμηση των αντιπάλων, στην ανάλυση των συνθηκών, σήμερα της καπιταλιστικής κρίσης.

Σε αυτή τη συζήτηση, σε αυτούς τους αγώνες, η αντικαπιταλιστική αριστερά πρέπει και θα συμβάλει και πρακτικά, και θεωρητικά, και πολιτικά.