Απόφαση της Π.Ε. του ΝΑΡ, 26 Ιανουαρίου 2013

Αποσπάσματα από την ΑΠΟΦΑΣΗ της Πολιτικής Επιτροπής του ΝΑΡ - 26/1/2013

Α. Οι πολιτικές εξελίξεις

1. Ζούμε την υλοποίηση της σαρωτικής επίθεσης κυβέρνησης – ΕΕ – ΔΝΤ (εφαρμογή του μνημονίου 3, φορολογικό νομοσχέδιο, επίθεση εργοδοσίας στους χώρους δουλειάς κλπ.), που λεηλατεί κυριολεκτικά τα εργατικά και λαϊκά δικαιώματα. Οι εργαζόμενοι, το 1,5 εκατομμύριο άνεργοι, οι νέοι, οι αυτοαπασχολούμενοι, οι φτωχοί αγρότες, οι γυναίκες, οι μετανάστες, αντιμετωπίζουν μια δραματική κατάσταση, μια απότομη βουτιά του βιοτικού τους επιπέδου. Για πολλά εκατομμύρια λαού στην Ελλάδα, η μάχη της επιβίωσης έχει γίνει καθημερινή και σκληρή.

Τα επιτελεία του συστήματος (στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, κυρίως στην Γερμανία) επιχειρούν να σταθεροποιήσουν την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα και την άθλια συγκυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ, να ανακόψουν την λαϊκή αγωνιστική, αριστερόστροφη δυναμική για να προχωρήσει απρόσκοπτα το καταστροφικό ταξικό «πρόγραμμα» των μνημονίων και της καπιταλιστικής επίθεσης.

Η προσπάθεια σταθεροποίησης στηρίζεται βασικά σε δύο άξονες: Πρώτο, σε μια ολομέτωπη επίθεση κυβερνητικής, κρατικής και παρακρατικής βίας, σε ένα αντιδραστικό κοινοβουλευτικό πραξικόπημα, με σημαία «το νόμο και την τάξη». Η κυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ κλιμακώνει την ακροδεξιά επίθεση, τόσο στο επίπεδο της ρητορείας και της προπαγάνδας (με τον εμφυλιοπολεμικό λόγο των στελεχών της και την γκεμπελική χρήση των ΜΜΕ) όσο και στο επίπεδο της πρακτικής, με στόχους:

- Το πέρασμα, όσο το δυνατόν πιο γρήγορα (με κατάργηση ουσιαστικά ακόμα και των κοινοβουλευτικών κανόνων) των άγριων αντιλαϊκών μέτρων (βλ. καταιγισμός Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου).

- Το χτύπημα των λαϊκών και νεολαιίστικων αντιστάσεων, ξεκινώντας από τους πιο αδύναμους κρίκους (π.χ. καταλήψεις στέγης και αναρχικούς) για να περάσουν στα «μαχητικά συνδικάτα», στην Αριστερά και ειδικά στην επαναστατική.

-  Την αφαίρεση της πρωτοβουλίας των κινήσεων από το εργατικό λαϊκό κίνημα.

- Το τράβηγμα της ρεφορμιστικής Αριστεράς και ειδικά του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και του ΚΚΕ, σε θέσεις νομιμοφροσύνης και πλήρους ενσωμάτωσης, τη γενικότερη τρομοκράτηση της Αριστεράς και του κινήματος.

- Την ενσωμάτωση του ΣΥΡΙΖΑ σε θέσεις αστικής αντιπολίτευσης σήμερα και εναλλακτικής λύσης εντός του συστήματος αύριο (συνολική επιδίωξη του συστήματος). Ειδικός σημερινός στόχος των κομμάτων της συγκυβέρνησης είναι η αποδυνάμωση του ΣΥΡΙΖΑ στο πεδίο διεκδίκησης της κυβερνητικής εξουσίας. Με την ολομέτωπη τρομοκρατική εκστρατεία κυβέρνησης και αστικού συνασπισμού εξουσίας προωθούνται και οι δύο στόχοι ταυτόχρονα.

Η κυβερνητική – κρατική επίθεση δεν στοχεύει κυρίως στην «αλλαγή ατζέντας» (για την απόκρυψη της αντιλαϊκής κυβερνητικής πολιτικής), ή μόνο στην μετατόπιση της πολιτικής αντιπαράθεσης στο δεξιό άξονα, έτσι ώστε να κερδίσει η ΝΔ ψηφοφόρους από τους νεοναζί της Χρυσής Αυγής. Αποτελεί συνολικά μια προετοιμασία όλου του αστικού πολιτικού συστήματος για την αντιμετώπιση των κοινωνικών αντιστάσεων, εντάσεων κι εκρήξεων του σήμερα και του αύριο, μια προληπτική αντεπαναστατική οχύρωση απέναντι στις επαναστατικές τάσεις που εγκυμονεί η εποχή μας. Ταυτόχρονα, η συγκυβέρνηση με την γραμμή του «νόμου και της τάξης» προσπαθεί να συγκροτήσει αντιδραστικές κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες με στρώματα που στην περίοδο της κρίσης, μπροστά στο βάραθρο της κοινωνικής καταστροφής, έλκονται από ένα «σιδερένιο χέρι».

Μέσα στο πλαίσιο αυτό, το σύστημα αξιοποιεί ή «στήνει» προβοκατόρικες επί της ουσίας ενέργειες (γραφεία ΝΔ, Μολ κλπ.), οι οποίες προφανώς και δεν έχουν καμία σχέση με το κίνημα και την Αριστερά κι αντικειμενικά βοηθούν στη θωράκιση του κράτους και στην αδρανοποίηση των μαζών. Σε μια εποχή, που είναι δυνατός ο ανατρεπτικός αγώνας των εκατομμυρίων, μόνο αντιδραστικός και καθηλωτικός μπορεί να είναι ο ρόλος της ατομικής (ομαδικής) τρομοκρατίας.

Η ολομέτωπη επίθεση κυβέρνησης και συστήματος βρίσκει χώρο από την υποχώρηση της αγωνιστικής παρέμβασης του κινήματος. Όσο δεν ανοίγουν μέτωπα πάλης που να στριμώχνουν την άθλια συγκυβέρνηση, τόσο αυτή διεκδικεί την πρωτοβουλία των κινήσεων. Τεράστιες ευθύνες έχει η αστικοποιημένη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Η κατάσταση αυτή –πέρα από κοινωνικές αιτίες - ενισχύεται και από την καταστροφική λογική της κοινοβουλευτικής απάντησης και του «ώριμου φρούτου» του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και της ηττοπαθούς στάσης του ΚΚΕ. Βεβαίως, υπάρχει αδυναμία των πρωτοπόρων ταξικών δυνάμεων και της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στη συμβολή σε μια συνολική αντιστροφή της πορείας, παρά τη σημαντική τους προσπάθεια σε κρίσιμες μάχες (ΟΤΑ, συγκοινωνίες, τομείς του δημοσίου, κλπ.)

2. Δεύτερος άξονας της επιχείρησης σταθεροποίησης είναι η μαζική διακίνηση αυταπατών και υποσχέσεων ότι «έρχεται η ανάπτυξη», πως το 2013 είναι η τελευταία χρονιά του οικονομικού και κοινωνικού βυθίσματος. Βεβαίως, η ανάπτυξη για την οποία μιλάνε είναι με μισθούς πείνας 300 – 400 ευρώ, ανάπτυξη φτώχειας και υπερεκμετάλλευσης, ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας και καταστροφής του περιβάλλοντος. Η πραγματικότητα όμως διαψεύδει τις κυβερνητικές απάτες, αφού (για οικονομικούς και κοινωνικο-πολιτικούς λόγους) δεν υπάρχει κλίμα επενδύσεων στην Ελλάδα (απεναντίας διαρκώς κλείνουν μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις), ενώ ΙΟΒΕ, ΔΝΤ και ΕΕ μιλούν για ύφεση άνω του 4% φέτος. Η ανεργία θα αυξηθεί παραπέρα, κάτι που αποτελεί διεθνή τάση για το 2013. Θα ξεπεράσουν τα 200 εκατ. οι άνεργοι διεθνώς, φτάνοντας σε ύψη ρεκόρ. Πρόκειται για σοβαρότατη συνέπεια της διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης, που δεν ξεπερνιέται κι επανέρχεται το 2013 με ύφεση στην ευρωζώνη (γι’ αυτό και οι ευρωπαϊκές ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις στο Μάλι κι ευρύτερα στην Αφρική). Στις ΗΠΑ ιδιαίτερα, η αναιμική ανάκαμψη που παρατηρήθηκε μετά την κρισιακή βουτιά του 2008 –09 ήταν «χωρίς θέσεις εργασίας». Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία: το 2013 θα είναι χρονιά κορύφωσης της κοινωνικής καταστροφής, εξαθλίωσης της εργατικής τάξης και του λαού, χωρίς να φαίνεται ορατή διέξοδος, πέρα από τον αγώνα του λαού.

3. Κεφάλαιο και κυβέρνηση προσπαθούν να μετατρέψουν την τρομερή κοινωνική συμπίεση της εργατικής τάξης και του λαού σε όπλο τους. Το κόψιμο των μισθών, ο φόβος της ανεργίας και η απειλή του εφεδρικού στρατού εργασίας, ο αποδεκατισμός κλάδων, η οικονομική και κοινωνική εξουθένωση με την καθημερινή μάχη της επιβίωσης, η τρομοκρατία της απόλυσης (πλέον και στο δημόσιο), ο αποχαλινωμένος εργοδοτικός δεσποτισμός (μετά και την κατάργηση του μεγαλύτερου μέρους της εργατικής νομοθεσίας), η απογοήτευση και η ματαίωση των ονείρων της νέας γενιάς, μαζί με την αδυναμία που έδειξαν το εργατικό – συνδικαλιστικό κίνημα και η Αριστερά στο να αποκρούσουν την επίθεση, γίνεται προσπάθεια να αξιοποιηθούν για να τσακιστεί η ραχοκοκαλιά της εργατικής τάξης, για να περάσει μαζικά η ηττοπάθεια, να ακυρωθεί η δυνατότητα αντίστασης, αγώνα, ανατροπής. Έτσι ώστε η δυσαρέσκεια, η οργή, η αγανάκτηση (που βεβαίως θα συνεχίσουν να αναπτύσσονται) να μην βρίσκουν δρόμους αγωνιστικής – συλλογικής έκφρασης και να κλείνονται στον ατομικό αγώνα για την επιβίωση, σε ρατσιστικές, φασιστικές ή αντιδραστικές απαντήσεις, στην μετατροπή μεγάλου μέρους του λαού σε φτωχοδιάβολους. Η επιδίωξη αυτή μπορεί να ανατραπεί, αλλά θέλει ευρεία και συγκεκριμένη μελέτη του νέου περιβάλλοντος που διαμορφώνεται ειδικά στους χώρους εργασίας και στη γειτονιά κι επεξεργασία γραμμής, «βουτιά» της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς μέσα στις ευρύτερες μάζες που πλήττονται, πρωτοπόρα πάλη στην μάχη της επιβίωσης, από τη σκοπιά ενός νέου, ταξικά ανασυγκροτημένου εργατικού κινήματος.

Στην παλινδρομική κίνηση των μαζών με τις αγωνιστικές πλημμυρίδες και τις αμπώτιδες της τελευταίας κρίσιμης τριετίας, διαμορφώνεται το τελευταίο διάστημα μια κατάσταση σχετικής υποχώρησης της κινηματικής – αγωνιστικής δραστηριότητας. Έχει επαναληφθεί στο παρελθόν και προέκυψαν νέα ξεσπάσματα. Σήμερα, υπάρχει ο κίνδυνος να πάρει πιο βαθιά χαρακτηριστικά, κυρίως λόγω της κοινωνικής πραγματικότητας της εργατικής τάξης και του λαού, αλλά και της στάσης των κυρίαρχων δυνάμεων της Αριστεράς. Πρέπει όμως να υπογραμμίσουμε τρία σημεία: Πρώτο, η κατάσταση δεν είναι ομοιόμορφη, όπως ποτέ άλλωστε. Μέσα στο γενικά σκοτεινό τοπίο υπάρχουν φωτεινά σημάδια, υπάρχουν πρωτοπορίες που επιμένουν, που διαμορφώνονται σε πιο βαθιά βάση. Κλάδοι που τείνουν να μπουν μπροστά και να ανοίξουν μάχες. Χρειάζεται να αναδεικνύουμε σταθερά στην πρώτη γραμμή αυτές τις τάσεις, να στηρίζουμε τους αγώνες και να διαμορφώνουμε συντονισμό αλληλεγγύης και κοινής δράσης, να δένουμε γύρω τους την προσπάθεια για αντεπίθεση του εργατικού – λαϊκού κινήματος. Στους επόμενους μήνες, θα εκφραστεί η δραματική κοινωνική επιδείνωση που φέρνει το μνημόνιο 3, θα υλοποιηθούν ή θα γίνει προσπάθεια υλοποίησης των μέτρων, θα ανοίξουν μέτωπα. Πιο συγκεκριμένα: κατάργηση συλλογικών συμβάσεων, μειώσεις μισθών και συντάξεων, φορολογικό, ιδιωτικοποιήσεις – ξεπουλήματα, «αξιολόγηση» στο δημόσιο κλπ. Απαιτείται συγκεκριμένη προετοιμασία και παρέμβαση για ανάπτυξη αγώνων και αντικαπιταλιστική αριστερή απάντηση.

Δεύτερο, την ίδια ώρα αυξάνεται η πολιτική αναζήτηση, ειδικά στον κόσμο της Αριστεράς, μεγαλώνει ο προβληματισμός στους ψηφοφόρους ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ. Χωρίς να έχουν ανατραπεί, οι πολιτικοί και εκλογικοί συσχετισμοί δεν είναι παγιωμένοι. Ευρύτερα στην κοινωνία και στον κόσμο της εργασίας (και της ανεργίας) ξανανοίγει έντονα η συζήτηση για το που πάμε, τι να κάνουμε, πώς να τους ανατρέψουμε. Η τακτική και στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ αλλά βεβαίως και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν πείθουν. Τα ερωτήματα, από την μια βαθαίνουν (από το χρέος πήγαμε στο ευρώ και στην ΕΕ και από εκεί «επιστρέφουν» στην καπιταλιστική κρίση και στην υπέρβασή της) από την άλλη αποκτούν επιτακτικό χαρακτήρα, «πως θα ζήσουμε σήμερα;». Συνολικά, είναι ξανά ώρα της πολιτικής, του πολιτικού εξοπλισμού του λαού και του κινήματος για να αντεπιτεθεί. Είναι ώρα μιας μεγάλης πολιτικής και προγραμματικής εξόρμησης του ΝΑΡ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, της αντικαπιταλιστικής ταξικής πτέρυγας του κινήματος για να κερδίσουν το μυαλό και την ψυχή των πρωτοπόρων αγωνιστών.

Τρίτο, ακριβώς απ’ αυτή την άποψη, η απόσταση των απαντήσεων που δίνει η ρεφορμιστική Αριστερά από τις ανάγκες του λαού και του κινήματος μεγαλώνει δραματικά. Σήμερα γίνεται παράγοντας φρεναρίσματος της δυναμικής του λαού και όχι «πετάγματος». Η ανάγκη για μια άλλη Αριστερά, για ένα τρίτο πόλο της αντικαπιταλιστικής επαναστατικής Αριστεράς γίνεται επιτακτική.

4. Ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε διαδικασία ταχύτατης ενσωμάτωσης στο αστικό πολιτικό σύστημα. Ήδη οι δυνάμεις ενός αστικού ευρωπαϊκού εκσυγχρονισμού και ενός απατηλού νέου κοινωνικού συμβολαίου, με δημοκρατική αριστερή αναφορά, κυριαρχούν στην ηγεσία και στην πρακτική του ΣΥΡΙΖΑ. Οι επισκέψεις του Α. Τσίπρα στον Σόιμπλε και στις ΗΠΑ, η αντιμετώπιση της Γερμανίας ως «συνεταίρου» και της αντιυφεσιακής πολιτικής των ΗΠΑ ως θετικής, οι δηλώσεις ότι δεν πρόκειται να σκίσουμε τη δανειακή σύμβαση ή ότι «δεν είναι στο πρόγραμμά μας να φύγουμε από το ΝΑΤΟ» κλπ. όχι μόνο αποτελούν δηλώσεις – δεσμεύσεις απέναντι στις ηγεμονικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, αλλά και διαμορφώνουν ένα διαχειριστικό και απατηλό «σχέδιο», σύμφωνα με το οποίο μπορεί να υπάρξει ανακουφιστική πολιτική για τον λαό ακόμα και φιλολαϊκή έξοδος από την καπιταλιστική κρίση απλά με ένα άλλο μίγμα πολιτικής, χωρίς λιτότητα, μέσα στον καπιταλισμό, μέσα στην ΕΕ. Σε αυτό συνέβαλαν και οι επισκέψεις Τσίπρα σε Βραζιλία, Αργεντινή.

Υπερθεματίζει σε φιλοευρωπαϊσμό τη ΝΔ, καταγγέλλοντάς την ότι θα μας βγάλει από το ευρώ. Ξεκαθαρίζει σε όλους τους τόνους ότι δεν πρόκειται με τίποτα να βγάλει την Ελλάδα έξω από το ευρώ και την ΕΕ, συμβάλλοντας στο να δένει πιο σφικτά γύρω από το λαό το λουρί της αστικής προπαγάνδας, ότι «έξοδος σημαίνει καταστροφή». Ο ΣΥΡΙΖΑ διαμεσολαβεί τη με πιο ήπιους όρους υποταγή του λαού στην αστική τάξη και τον ευρωενωσιακό ιμπεριαλισμό με βάση το τρίπτυχο: «Η δημιουργική επιχειρηματικότητα δεν θα πληγεί, αλλά θα βοηθηθεί» - Καμία μονομερής πράξη - Όλα εντός του ευρώ και της ΕΕ.

Ταυτόχρονα, πιεζόμενος από την οξύτατη κυβερνητική τρομοκρατική επίθεση περιέλαβε τον εαυτό του στις δυνάμεις του αστικού «συνταγματικού τόξου» καταδικάζοντας τη «βία απ’ όπου κι αν προέρχεται». Στο εργατικό και λαϊκό κίνημα, ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν πρωτοστατεί στην ανάπτυξη αγώνων αλλά η παρέμβασή του είναι πυροσβεστική, με λογική αποδοχής του μικρότερου κακού (π.χ. τράπεζες, συγκοινωνίες) στο όνομα της αναμονής της κυβερνητικής αλλαγής.

Η ταχύτατη αυτή συντηρητική του μετάλλαξη δεν είναι κεραυνός εν αιθρία, εκφράζει το έλλειμμα στρατηγικής αντικαπιταλιστικής απάντησης και τη διαχειριστική και ρεφορμιστική λογική που επικρατούσε στον ΣΥΡΙΖΑ, την οποία ως ΝΑΡ είχαμε έγκαιρα υπογραμμίσει σε αντίθεση με άλλες προσεγγίσεις. Καθώς προχωρά η διαδικασία συγκρότησης του σε ενιαίο κόμμα, σε συνδυασμό με το ενδεχόμενο και τον στόχο διακυβέρνησης – διαχείρισης του ελληνικού προβλήματος αυστηρά στα πλαίσια της ΕΕ και του συστήματος, θα σταθεροποιείται στις πολιτικές δυνάμεις που επιδιώκουν έναν «ηπιότερο» καπιταλισμό. Έναν αστικό εκσυγχρονισμό που θα συνοδεύεται από την αποδοχή ορισμένων αιτημάτων του λαϊκού κινήματος (ολοένα πιο κουτσουρεμένα) κι ανέξοδες επικλήσεις σε ένα μηδέποτε προσδιοριζόμενο σοσιαλισμό. Κατάσταση που αντικειμενικά θα εξαφανίσει την πολιτική παρέμβαση και επίδραση των τάσεων αριστερής, αντικαπιταλιστικής και κομμουνιστικής αναφοράς στο εσωτερικό του. Τάσεις που αναλαμβάνουν ήδη μεγάλες ευθύνες για την συμμετοχή σε έναν ΣΥΡΙΖΑ με αυτή την πολιτική ενσωμάτωσης.

Η πορεία μετάλλαξης και πλήρους ενσωμάτωσης του ΣΥΡΙΖΑ θα προκαλέσει αντιφάσεις και αντιδράσεις. Όχι μόνο γιατί αντιφάσκει με την κινηματική και αριστερή πορεία μεγάλου μέρους των δυνάμεων του, αλλά και γιατί συγκρούεται με την ανάγκη των εργαζομένων και της νεολαίας να ανατραπεί η εφαρμοζόμενη πολιτική, ανάγκη που σε πολύ μεγάλο βαθμό εξέφρασε εκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ. Θα συνοδεύεται επομένως από αντιδράσεις οι οποίες πρέπει να πάρουν μόνιμο και αυτοτελή αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα.

Παρότι ο πολιτικός λόγος και η πρακτική του ΣΥΡΙΖΑ συντηρητικοποιούνται, οξύνεται η αντιπαράθεση με ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ, λόγω της άγριας κόντρας για τη διακυβέρνηση, που καθοδηγεί πολλές φορές την άμεση πολιτική πρακτική των κομμάτων κυβερνητικής διαχείρισης (βλ. παλιές σκληρές κόντρες ΝΔ – ΠΑΣΟΚ).

5. Το ΚΚΕ, σύμφωνα με τις θέσεις για το 19ο συνέδριο, δεν εκφράζει μια γραμμή ανατροπής, πολύ περισσότερο μια προοπτική αντεπίθεσης κομμουνιστικής. Συνεχίζει να υποτιμά την καπιταλιστική κρίση και την επίθεση, τις κοσμοϊστορικής σημασίας συνέπειες στην εργατική τάξη, ενώ υποβαθμίζει τις αντιστάσεις αλλά και τις δυνατότητες του κόσμου της εργασίας. Αντικαθιστά την μετωπική του πολιτική με έναν συνδυασμό που συντίθεται από ένα κοινωνικό μέτωπο-κίνημα, τη «Λαϊκή Συμμαχία» (εργατική τάξη, μισοπρολετάριοι, φτωχοί αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες) και τον πολιτικό εκφραστή αυτής της συμμαχίας που είναι, κατά το ΚΚΕ, αποκλειστικά το ίδιο το ΚΚΕ. Η «Λαϊκή Συμμαχία» όμως δεν βρίσκει μετωπική πολιτική έκφραση ακριβώς στην εποχή που το πολιτικό μέτωπο είναι αναγκαίο και δυνατό.

Το ΚΚΕ σήμερα διαμορφώνει μια τακτική αγώνων χαμηλής έντασης, στο όνομα της ανάγκης να αλλάξουν οι συσχετισμοί. Μετακινείται δια της «Λαϊκής Συμμαχίας» στον αγώνα για τα καθημερινά οξυμένα προβλήματα του λαού, δίχως όμως να τα συνδέει με το στόχο της αντικαπιταλιστικής ανατροπής της επίθεσης και την επανάσταση. Αντιπαλεύει τις συνέπειες της επίθεσης χωρίς να θέτει συνολικό ζήτημα ανατροπής της. Και τελικά παραμένει, παρά την αποδέσμευση του από το στόχο συμπόρευσης - κοινωνικής και πολιτικής – με μη μονοπωλιακά στρώματα της αστικής τάξης, στο διαχωρισμό και τη μη σύνδεση τακτικών και στρατηγικών πολιτικών στόχων.

Αδυνατεί αντικειμενικά να χαράξει μια πολιτική συγκέντρωσης των αναγκαίων κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που θα αναμετρούνται με την αστική λαίλαπα. Οδηγείται έτσι σε αδιέξοδα, σε αρνητική στάση σε κρίσιμους αγώνες (π.χ. ΟΤΑ). Η πολιτική του δυσκολεύει το εργατικό κίνημα, στο να αναπτυχθεί με μια δυναμική νικηφόρας αναμέτρησης με την αστική πολιτική. Ακρωτηριάζει την επαναστατική – σύγχρονη κομμουνιστική προοπτική με τον τρόπο που αντιμετωπίζει τόσο την ιστορία όσο και τη μετάβαση προς την επανάσταση και τον κομμουνισμό. Ενισχύει τον εμφύλιο πόλεμο μέσα στην Αριστερά, ειδικά την κομμουνιστική, χωρίς να ανέχεται καμία διαφορετική γνώμη, τόσο στο εσωτερικό του κόμματος, όσο κι έξω απ’ αυτό. Η πολιτική του είναι προϊόν άρνησης των διδαγμάτων της ιστορίας, παράγωγο της δοκιμασμένης και αδιέξοδης πολιτικής αντίληψης που παγιώθηκε στην κομμουνιστική Αριστερά στα μέσα της τέταρτης δεκαετίας του περασμένου αιώνα.

6. Το πολύμορφο και πολύπλευρο αναρχικό και αντιεξουσιαστικό ρεύμα βρέθηκε στο προσκήνιο το τελευταίο διάστημα, με τις κρατικές επεμβάσεις σε καταλήψεις και στέκια του χώρου. Το ρεύμα αυτό έχει μια σημαντική ανάπτυξη σε όλη την Ελλάδα, ειδικά μετά τον Δεκέμβρη του΄08 (και παρά μια ορισμένη υποχώρηση μετά το ΄10), εκφράζοντας και σύγχρονες τάσεις ριζοσπαστικοποίησης, πάνω στο έδαφος όμως μιας πολλαπλά ηττημένης αναρχικής αντίληψης. Πρόκειται και για τίμημα που πληρώνει η Αριστερά, λόγω του ρεφορμισμού της, της κατάρρευσης του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και της αδυναμίας να προβάλει ένα άλλο επαναστατικό σχέδιο με κομμουνιστικό περιεχόμενο, του κομφορμισμού της και της αντίθεσης λόγων και έργων. Πλευρές αυτών των αδυναμιών αγγίζουν φυσικά και την αντικαπιταλιστική Αριστερά. Το αναρχικό και αντιεξουσιαστικό ρεύμα έχει παρουσία και πρακτική σε γειτονιές, αυτοδιαχειριζόμενους χώρους, νεολαία, αλλά και σε κάποια εργατικά σωματεία ή εργατικές συλλογικότητες. Παρά τα πολλά διαφορετικά ρεύματα που υπάρχουν στο εσωτερικό του, αντλεί τη ζωτικότητά του από την αίσθηση ότι είναι ένα ρεύμα βαθιά αντισυστημικό, με οραματικό προσανατολισμό και ανάλογη πλούσια πρακτική. Δίνει την μάχη της καθημερινότητας, πολλές φορές όμως εγκλωβιζόμενο στη λογική των νησίδων απελευθέρωσης που θα αλλάξουν την κοινωνία χωρίς συντριβή του αστικού κράτους και του καπιταλισμού.

Εκτός από την έλλειψη ανατρεπτικής πολιτικής λογικής και επαναστατικής σύνδεσης τακτικής – στρατηγικής, το αναρχικό ρεύμα αναπτύσσει έναν έντονο σεχταρισμό απέναντι στο υπόλοιπο κίνημα, αλλά και την «υποταγμένη» εργατική τάξη, ενώ σημαντικά τμήματά του έλκονται από την αδιέξοδη λογική της ατομικής βίας, γινόμενα έτσι ευάλωτα στις προβοκάτσιες του κράτους. Είναι ξεκάθαρο, ότι ιδιαίτερα σε σχέση με τα τελευταία τμήματα, δεν μπορεί παρά να υπάρχει απόλυτος διαχωρισμός και πολιτική αντιπαράθεση.

7. Το κεντρικό πολιτικό ζήτημα – που θα κριθούμε

Αντίθετα με τη ρητορική της σταθεροποίησης, η εξέλιξη της κοινωνικής και πολιτικής κατάστασης στην Ελλάδα οδηγείται αντικειμενικά σε αναμέτρηση, που είτε θα οδηγήσει σε μια καθολική αντιδραστική ανασυγκρότηση του ελληνικού καπιταλισμού, είτε θα τροφοδοτήσει μια αντικαπιταλιστική ανατρεπτική δυναμική, με δυνατότητα εισόδου και σε επαναστατική κατάσταση. Είναι γι’ αυτό που έρχεται με ορμή στο προσκήνιο η ανάγκη ανώτερης διατύπωσης και προβολής ενός άλλου, επαναστατικού περιεχομένου και σχεδίου για την κοινωνία και, ταυτόχρονα, η ανάγκη συγκρότησης της ευρείας πρωτοπορίας σε όλα τα επίπεδα του υποκειμένου (κόμμα, μέτωπο, κίνημα), η ανάγκη μιας άλλης Αριστεράς (αντικαπιταλιστικής επαναστατικής και σύγχρονα κομμουνιστικής), ενός άλλου ταξικά ανασυγκροτημένου, εργατικού και λαϊκού κινήματος, με ανεξάρτητα όργανα οργάνωσης του εργατικού και λαϊκού αγώνα, έκφρασης και επιβολής της λαϊκής θέλησης – δηλαδή του «υποκειμένου» που θα επιβάλει αυτό το πλαίσιο και σχέδιο.

Στις σημερινές συνθήκες η αντικαπιταλιστική Αριστερά και το ταξικό εργατικό κίνημα πρέπει να συμβάλλουν για να σπάσει η εφιαλτική προσπάθεια σταθεροποίησης της κυβέρνησης και της επίθεσης (που σημαίνει αποσταθεροποίηση όλης της κοινωνίας). Για να περάσει η πρωτοβουλία κινήσεων στο μαζικό κίνημα ενάντια σε λογικές εκλογικής ή άλλης αναμονής.

Για να μπει φραγμός στον μνημονιακό εφιάλτη και την ανατροπή της άθλιας αντιλαϊκής πολιτικής και της ίδιας της συγκυβέρνησης, για την αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης.

Γι’ αυτό απαιτείται τώρα ένας συναγερμός σε όλες τις δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και του ταξικού εργατικού κινήματος για το ξεδίπλωμα άμεσα αγωνιστικών πρωτοβουλιών, ενάντια σε κάθε προσπάθεια εφαρμογής του μνημονιακού εφιάλτη, για το ξέσπασμα αγώνων με νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά.

Β. Για μια συνολική αντεπίθεση προοπτικής

8. Στην προηγούμενη Πολιτική Επιτροπή είχαμε θέσει ένα ενιαίο – διπλό καθήκον. Συγκεκριμένα λέγαμε: «Στις σημερινές συνθήκες έχουμε ένα διπλό καθήκον, με δύο αλληλοτροφοδοτούμενες πλευρές:

αφενός πρωτοπόρα συμβολή στην πάλη για την επιβίωση, για τα δικαιώματα του λαού, εργαζομένων, νεολαίας, σε έναν παλλαϊκό – πανεργατικό ξεσηκωμό για την ανατροπή της συγκυβέρνησης και της πολιτικής της, για την αντικαπιταλιστική ανατροπή της επιδρομής και της χούντας κυβερνήσεων – ΕΕ – ΔΝΤ.

αφετέρου συγκρότηση και οργάνωση ταξικής - αντικαπιταλιστικής – επαναστατικής - κομμουνιστικής πρωτοπορίας σε όλα τα επίπεδα του επαναστατικού υποκειμένου (κόμμα – μέτωπο – κίνημα) για τις κρίσιμες μάχες του σήμερα και του αύριο. Για να εκφράζεται και στο σήμερα η ανάγκη για κατάργηση του καπιταλισμού, του συστήματος της εκμετάλλευσης που βουλιάζει στην ιστορική του κρίση. Να εκφράζεται η τάση της απελευθέρωσης της εργασίας, μιας άλλης κοινωνίας, του σοσιαλισμού – κομμουνισμού της εποχής μας.

Δηλαδή, αφενός αποφασιστική συμβολή στο αναγκαίο κοινωνικο-πολιτικό αγωνιστικό ρεύμα ρήξης και ανατροπής, στο οποίο θέλουμε να συμμετέχει όλος ο αγωνιζόμενος λαός και η μαχόμενη Αριστερά. Κι αφετέρου, και μέσα σε αυτό το ευρύ μέτωπο, οικοδόμηση του αντικαπιταλιστικού πόλου – μετώπου και της επαναστατικής κομμουνιστικής πρωτοπορίας, της ‘’μαγιάς’’ που έχει ανάγκη ο αγώνας».

Στις σημερινές συνθήκες τονίζουμε ότι είναι ανάγκη η πάλη για την ριζοσπαστικοποίηση του ευρύτερου λαϊκού αριστερόστροφου αντιμνημονιακού ρεύματος, καθώς -ακόμη και για να δοθεί η μάχη της επιβίωσης και να ηττηθεί σε επιμέρους μέτωπα η αντιδραστική επίθεση- είναι πια απαραίτητο η εμβάθυνση του αγώνα έτσι ώστε να «ανέβει» η αντιμνημονιακή στάση σε εργατική αντικαπιταλιστική συνείδηση και συγκρότηση. Απαιτείται έτσι, αναβάθμιση του περιεχομένου των προγραμμάτων και των μορφών πάλης. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει ξεκάθαρα και από την εμπειρία των πιο ηρωικών και μαχητικών αγώνων της περιόδου (Χαλυβουργία, ΟΤΑ, Μετρό).

Απ΄ αυτή τη σκοπιά πρέπει να δούμε την παρέμβασή μας το επόμενο διάστημα και στις τρεις πλευρές του υποκειμένου της ανατροπής:

για την ανάπτυξη της αγωνιστικής δράσης των εργαζομένων και του λαού, για την εργατική αντεπίθεση με στόχο τη γενίκευση του αγώνα. Με πρώτο σημείο την οργάνωση της πάλης για την επιβίωση. Με αγωνιστικό μέτωπο ρήξης και ανατροπής, στηριγμένο στην ταξική ανασυγκρότηση του κινήματος.

-  Για την ενίσχυση της γραμμής και των δυνάμεων του αντικαπιταλιστικού μετώπου – προγράμματος, την αναβάθμιση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το άνοιγμα δρόμων ευρύτερης συσπείρωσης και πολιτικής συμπόρευσης σε αυτή την κατεύθυνση.

-  Για την συγκρότηση και παρέμβαση πρωτοπορίας – πρώτα και κύρια στο επίπεδο της κομμουνιστικής απελευθέρωσης, με την ενίσχυση και μετασχηματισμό του ΝΑΡ και της νΚΑ.

Υπογραμμίζουμε στο σημείο αυτό ότι η πλέον κρίσιμη πλευρά της παρέμβασης του ΝΑΡ και της νΚΑ στο επόμενο διάστημα είναι η στρατηγική προγραμματική και οργανωτική ανασυγκρότηση των δυνάμεων της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης, η επεξεργασία πιο ολοκληρωμένων και βαθιών προγραμματικών απαντήσεων από την σκοπιά της αντικαπιταλιστικής επανάστασης και της κομμουνιστικής απελευθέρωσης, η έναρξη ενός πλατιού διαλόγου και διαδικασιών συσπείρωσης των αγωνιστών που εμπνέονται από την κομμουνιστική δυνατότητα της εποχής μας και κατανοούν την ανάγκη ενός σύγχρονου κόμματος της κομμουνιστικής απελευθέρωσης. Το έργο αυτό είναι κυρίως αντικείμενο της πορείας του ΝΑΡ προς το 3ο συνέδριο. Θα συμβάλλει και η 4η συνδιάσκεψη της νΚΑ που θα πραγματοποιηθεί στις αρχές Μαρτίου και πρέπει να στηριχθεί ολόπλευρα από όλες τις δυνάμεις του ΝΑΡ.

Γ. Για την παρέμβαση στο μαζικό εργατικό και λαϊκό κίνημα

9. Από κάθε άποψη, και με βάση τις προηγούμενες εκτιμήσεις, η μάχη της επιβίωσης της εργατικής τάξης και του λαού, ενάντια στην εξαθλίωση, το ξεδίπλωμα της εργατικής πάλης και του συνολικού πολιτικού αγώνα για το κοινωνικό ζήτημα, αναδεικνύονται σε κρίσιμο μέτωπο όπου θα κριθούν άμεσα όλες οι δυνάμεις του κινήματος και της Αριστεράς και η αντικαπιταλιστική. Στην κατεύθυνση αυτή, διαμορφώνουμε πλαίσιο διεκδικήσεων-άξονες και κρίκους άμεσων στόχων πάλης του εργατικού και συνολικά του λαϊκού κινήματος, που πρέπει να συνδέεται με το συνολικό αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα που είχαμε διαμορφώσει στην προηγούμενη συνεδρίαση της Πολιτικής Επιτροπής (παρατίθενται και τα δύο στο τέλος).

Πάνω σε αυτό το πλαίσιο, το οποίο συνδέει την πάλη για την επιβίωση με την πάλη για την ανατροπή, που είναι απαραίτητος όρος για να ζήσει η εργαζόμενη πλειοψηφία, πρέπει να σχεδιάσουμε το ξεδίπλωμα πρωτοβουλιών και αγώνων, μάχιμων διεκδικήσεων και κινηματικών ενεργειών, αλλά και συνολικές πολιτικές πρωτοβουλίες από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το ΝΑΡ, τη νΚΑ, τους συντονισμούς σωματείων, κλπ. Η άμεση διεκδίκηση στόχων για την επιβίωση πρέπει να «γεμίσει» το περιεχόμενο και τη δράση των συνδικάτων και των μαζικών οργανώσεων το επόμενο διάστημα, να δώσει νέα ώθηση στους αγώνες, να ενοποιήσει και συνολικοποιήσει τις διεκδικήσεις και τον αγώνα της εργατικής τάξης, των άνεργων, της νεολαίας και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Αποτελεί πρόταση πάλης για τα συνδικάτα και τις οργανώσεις του μαζικού κινήματος, και όχι το συνολικό πολιτικό μας πρόγραμμα. Δένει όμως και κινείται-οδηγεί στα απαραίτητα αντικαπιταλιστικά αιτήματα και στο στόχο της ανατροπής συνολικά της πολιτικής κυβέρνησης - ΕΕ – ΔΝΤ - κεφαλαίου, στον στόχο της αντικαπιταλιστικής ανατροπής της επίθεσης. Θα συμβάλλει στην απαραίτητη «βουτιά» της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς μέσα στις ευρύτερες μάζες που πλήττονται.

10. Τρία είναι τα μεγάλα πεδία πάλης του κινήματος, που ενοποιούν μάχες, το επόμενο διάστημα:

Ι. ανεργία – πάλη για θέσεις εργασίας.

ΙΙ. πάλη για τις συλλογικές συμβάσεις– φτώχεια – εργασιακά δικαιώματα της νεολαίας. Στις 31.12.2012 έληξε η ΕΓΣΣΕ και στις 30/3/2013 λήγει η τρίμηνη μετενέργεια. Αυτό θα σηματοδοτήσει έναν ακόμα γύρο χειροτέρευσης της θέσης των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, με πλήρη ασυδοσία των εργοδοτών και προσπάθεια οριζόντιας περικοπής μισθών, κατάργησης επιδομάτων, αναστολή θεσμικών κατακτήσεων, που απέρρεαν από τις ΣΣΕ.

ΙΙΙ. μάχη ενάντια στο ξεπούλημα και στη συρρίκνωση του δημόσιου τομέα, των δημόσιων αγαθών, ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις και στις απολύσεις στο δημόσιο. Ειδικά την περίοδο αυτή: ετοιμάζουν την ιδιωτικοποίηση της ενέργειας, των νερών (ΕΥΑΘ), συγκοινωνιών (ΟΣΕ), των σκουπιδιών και βασικών υποδομών. Πάρα πολλά λιμάνια έχουν ενταχθεί στο ΤΑΙΠΕΔ. Επιπλέον στην υγεία δημοσιεύονται οι οργανισμοί των νοσοκομείων σύμφωνα με τους οποίους μειώνονται κλίνες, συγχωνεύονται νοσοκομεία κλπ. Στην παιδεία προχωρά το κύμα συγχωνεύσεων και εργασιακών αλλαγών, ενώ μέσω της «αξιολόγησης» θα γίνει γενική επίθεση για την πειθάρχηση των εκπαιδευτικών και των δημοσίων υπαλλήλων, ακόμα και για απολύσεις. Σημαντικό στοιχείο είναι και η εμπορευματοποίηση του χώρου (Ελληνικό, κλπ)

Πως παρεμβαίνουμε το επόμενο διάστημα:

Ι. Ενισχύουμε και συμβάλλουμε αποφασιστικά στους αγώνες που βρίσκονται σε εξέλιξη ή πρόκειται να ξεσπάσουν. Οι αγώνες αυτοί είναι κυρίως κλαδικοί και επιχειρησιακοί, έχουν όμως πολύ μεγάλη αξία, μέσα στο δύσβατο τοπίο που διαμορφώνεται. Δίνουμε τη μάχη να συνολικοποιούνται, να αποκτούν συμμαχίες και να «ανοίγουν» στην κοινωνία, να παίρνουν πανεργατικό χαρακτήρα. Π.χ. ο αγώνας στις συγκοινωνίες είναι αγώνας για την υπεράσπιση των συλλογικών συμβάσεων ενάντια στο νέο ενιαίο «φτωχολόγιο»-μισθολόγιο αλλά και των δημόσιων αγαθών (συγκοινωνία για το λαό), για φτηνό εισιτήριο κλπ. Αντίστοιχα στους υγειονομικούς, την εκπαίδευση, κλπ. Σημαντική μάχη θα είναι και η μάχη του εμπορίου, με την θέσπιση του ανοίγματος των εμπορικών τις Κυριακές, που θα προωθήσει η κυβέρνηση.

ΙΙ. Στη βάση των σημείων 9 και 10, χρειάζεται όλες οι δυνάμεις του ΝΑΡ, της ν.ΚΑ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, οι ταξικές δυνάμεις του σ.κ, να δουλέψουν πιο «βαθιά», με μεσοπρόθεσμο σχέδιο και στόχους, οργανώνοντας την πάλη και την ανάπτυξη κινητοποιήσεων, δίνοντας οξυγόνο, έμπνευση και νέα ορμή, αλλάζοντας το πολιτικό και κοινωνικό τοπίο που προσπαθεί να διαμορφώσει ο αντίπαλος. Το επόμενο δίμηνο, χρειάζεται να ενοποιήσουμε όλες μας τις δυνάμεις, όλες μας τις παρεμβάσεις σε ένα μάχιμο σχέδιο, το οποίο, παίρνοντας υπόψη τους βασικούς άξονες της περιόδου και τα ζητήματα αιχμής που απασχολούν τον κόσμο της δουλειάς να «γεμίζουν» τα «ρυάκια» της αγανάκτησης, της οργής, της αίσθησης ότι κάτι άλλο πρέπει να γίνει, ενοποιώντας τα σε ένα μεγάλο ποτάμι διεκδίκησης και αγώνα. [...]

Μια τέτοια δουλειά είναι απαραίτητη, ώστε να μην «τρέχουμε» μόνο πίσω από τις πρωτοβουλίες της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, να μην «κλεινόμαστε» και εμείς και οι επιμέρους αγώνες σε κλαδικό επίπεδο, να ενοποιήσουμε με επιμονή τις αντιστάσεις και τις διαθέσεις σε μια μεγάλη κίνηση των εργαζόμενων πανελλαδικά και πανεργατικά, ενάντια στον κατακερματισμό, την απογοήτευση, την αναποτελεσματικότητα.

Μια τέτοια πρωτοβουλία θα μπορούσε να συμβάλλει στη συγκρότηση ενός κέντρου αγώνα, στηριγμένου στους κατά τόπους συντονισμούς πρωτοβάθμιων σωματείων αλλά και ευρύτερου, ικανού να πάρει τη σκυτάλη της αγωνιστικής συνέχειας και κλιμάκωσης. Θα είναι και μια πρώτη απόπειρα να απαντήσουμε και στο ερώτημα «μετά τις 24ωρες απεργίες κάθε μήνα, τι άλλο;».

Η παρέμβαση του ΝΑΡ και βήματα στην εργατική δουλειά μας

11. Η εκτίμησή μας για τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις, τους συσχετισμούς και τη νέα κατάσταση στην εργατική τάξη στο έδαφος της καπιταλιστικής κρίσης, κάνουν πιο επιτακτική την ανάγκη να δουλέψουμε στον κρίσιμο στόχο της συγκρότησης πρωτοπορίας και στο εργατικό-συνδικαλιστικό κίνημα. Γνωρίζοντας πως απαραίτητος όρος για να νικήσουν οι αγώνες, απαραίτητος όρος για να πάνε αλλιώς τα πράγματα και στο κίνημα, και στην τάξη και στους πολιτικούς και ιδεολογικούς συσχετισμούς, είναι η ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, οι «διαρθρωτικές τομές» που πρέπει να κάνουν οι πρωτοπόρες δυνάμεις (όπως κάνει και ο αντίπαλος). Έτσι, αποκτά σήμερα προτεραιότητα η μακροπρόθεσμη και δύσκολη δουλειά της οικοδόμησης, της ανάπτυξης και της δοκιμής δρόμων, περιεχομένου και υλικών μορφών ενός νέου εργατικού κινήματος (στη λογική και με τις επεξεργασίες των τελευταίων Σωμάτων μας για την κρίση και το υποκείμενο). Σε αυτή την κατεύθυνση, η δική μας παρέμβαση πρέπει πρώτα απ΄ όλα να στοχεύει στην ανάπτυξη μιας τέτοιας προσπάθειας, στα δύο βασικά ζητούμενα της περιόδου: 1. Άλλο κέντρο αγώνα, ικανό να παίρνει πρωτοβουλίες, να οργανώνει και ξεδιπλώνει αγώνες με χαρακτηριστικά σύγκρουσης, σχεδίου, αναγκαίου περιεχομένου νίκης και ανατροπής, σε αντιπαράθεση με τον υποταγμένο συνδικαλισμό, τους «αγώνες διαμαρτυρίας» και τις κινήσεις-ντουφεκιές, την κοινοβουλευτική αναμονή και διαπραγμάτευση και 2. Συσπείρωσης των δυνάμεων που κινούνται σε ταξική ανατρεπτική κατεύθυνση, μετωπική δράση-συζήτηση και ανάπτυξη των πρωτοπόρων αγωνιστών του ε.κ. που «βγήκαν» από τους σκληρούς αγώνες και της τελευταίας τριετίας και συνολικότερα, στην κατεύθυνση της συγκρότησης κίνησης-πρωτοβουλίας για την αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης και το Νέο Εργατικό Κίνημα. Χωρίς αυτά τα δυο κομβικά ζητήματα, οι ηρωικές προσπάθειές μας, οι μεγάλοι αγώνες, οι παρεμβάσεις μας, θα μένουν διαρκώς χωρίς «πόδια» και «καύσιμα», χωρίς προοπτική, θα βρίσκουν διαρκώς μπροστά τους το όριο του αντίπαλου, του συνδικαλισμού της υποταγής, των άλλων σχεδίων, της αναποτελεσματικότητας, της ήττας.

[...]

Συνολικά, οι δυνάμεις του ΝΑΡ πρέπει να ιεραρχήσουν καλύτερα τις παρεμβάσεις μας στην εργατική δουλειά, συνδυάζοντας πιο δημιουργικά και αποτελεσματικά την καθημερινή αγωνιστική πρακτική και παρέμβαση με την καθοριστική πλευρά της συνολικής πολιτικής δράσης και του σχεδιασμού με πιο στρατηγικό ορίζοντα, συμβάλλοντας τώρα και με μετρήσιμα βήματα και αποτελέσματα στις αναγκαίες τομές για τις κρίσιμες μάχες του σήμερα και του αύριο.

Δ. Για την προώθηση του αντικαπιταλιστικού πόλου – μετώπου

14. Οι πολιτικές εξελίξεις, οι έντονες διεργασίες στον πρωτοπόρο -άλλα όχι μόνο- κόσμο του κινήματος και στον κόσμο της Αριστεράς, το στρατηγικό και πολιτικό έλλειμμα που καταγράφουν οι φορείς της, ο έντονος προβληματισμός και οι διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται στο χώρο του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και του ΚΚΕ, οι επίμονες και απαιτητικές αναζητήσεις μιας άλλης πολιτικής και κοινωνικής λύσης από ευρύτερα τμήματα εργαζομένων και νέων, φέρνουν στο προσκήνιο, πιο έντονα και καθαρά, την αναγκαιότητα μιας άλλης Αριστεράς, αντικαπιταλιστικής ανατρεπτικής, επαναστατικής και σύγχρονα κομμουνιστικής, δίνοντας ανάλογο ρόλο στο ΝΑΡ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Παρά το γεγονός ότι η ηγεμονία και η πίεση των αντιλήψεων του ρεφορμισμού (με βασικό εκφραστή τον ΣΥΡΙΖΑ) στον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς και των πρωτοπόρων αγωνιστών του κινήματος παραμένει, υπάρχει ήδη μια ζώνη που αναζητά βαθύτερες απαντήσεις και ανάλογη δράση. Πολύ περισσότερο, υπάρχουν δυνατότητες για να δημιουργηθούν ρωγμές, να κερδηθεί κόσμος στην πορεία των πολιτικών ανακατατάξεων – σε μια εποχή γενικευμένης ρευστότητας σε όλους τους πολιτικούς σχηματισμούς και ευρύτερα στο πολιτικό σκηνικό. Το ΝΑΡ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να επεξεργαστούν ένα σχέδιο πολιτικών παρεμβάσεων για μια άλλη Αριστερά, φέρνοντας στην πρώτη γραμμή τον πολιτικό στόχο για τον τρίτο αντικαπιταλιστικό πόλο στην Αριστερά, ενός πόλου έλξης, συσπείρωσης και μετασχηματισμού των μαχόμενων αντικαπιταλιστικών, αντισυστημικών, αντιΕΕ, αντιιμπεριαλιστικών, αντιδιαχειριστικών δυνάμεων.

Το ΝΑΡ παλεύει συνολικά για το Αντικαπιταλιστικό Εργατικό Μέτωπο, στο οποίο θέλουμε να συσπειρώσουμε κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που είναι συνειδητά, ημισυνειδητά ή αυθόρμητα αντικαπιταλιστικές, υπό την ηγεμονία των επαναστατικών και σύγχρονα κομμουνιστικών τάσεων. Δεν πρόκειται για απλή, ούτε για μονόπλευρη προσπάθεια. Περιλαμβάνει την πάλη για: τη συγκρότηση της στρατηγικής επαναστατικής κομμουνιστικής πρωτοπορίας. Την ηγεμονία του αναγκαίου αντικαπιταλιστικού περιεχομένου και προγράμματος. Το σαφή διαχωρισμό από την ηττημένη ρεφορμιστική Αριστερά. Τη δουλειά και από τα πάνω και από τα κάτω (με βασικό το από τα κάτω) και τελικό κριτήριο την ανάπτυξη του κινήματος και του επαναστατικού υποκειμένου. Το άνοιγμα δρόμων και την αναζήτηση μορφών που θα εκφράζονται τα βήματα για μια άλλη Αριστερά, τόσο στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο, όσο και στα κρίσιμα μέτωπα πάλης, στο εργατικό κίνημα, στην πόλη – γειτονιά κλπ. Την ενίσχυση και αναβάθμιση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ως ελπιδοφόρου βήματος στην κατεύθυνση του πόλου, αλλά όχι τέλος της διαδρομής για τη συγκρότησή του.

15. Για την ενίσχυση και αναβάθμιση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, από τη σκοπιά της αναγκαίας επαναστατικής τομής

Στην προηγούμενη Π.Ε. είχαμε καθορίσει τους βασικούς μας στόχους ενόψει της 2ης Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η οποία πρέπει να πραγματοποιηθεί μέχρι τις αρχές Απρίλη. [...]

Απαιτείται όμως λογική τομής και όχι διαχείρισης: τομή στην πολιτική γραμμή και την επάρκειά της, τομή στη σύνδεση των άμεσων στόχων με την επαναστατική προοπτική, τομή στην κοινωνική – εργατική δικτύωση, τομή στη δημοκρατική συγκρότηση, στο ρόλο των συνελεύσεων και των μελών, τομή στην υπεράσπιση του ενιαίου χαρακτήρα του μετώπου και όχι στην εργαλειακή του αντιμετώπιση». [...]

16. Συνολικά, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να κάνει ένα αποφασιστικό βήμα στην επεξεργασία και προβολή του άλλου δρόμου της αντικαπιταλιστικής ανατροπής της επίθεσης, για την απελευθέρωση από τα δεσμά του χρέους, της ΕΕ και του κεφαλαίου. Για το εάν υπάρχει ζωή έξω από το ευρώ, την ΕΕ και την κυριαρχία του κεφαλαίου και για τον επαναστατικό δρόμο για την κοινωνική απελευθέρωση και την λαϊκή κυριαρχία.

Έχουμε επίσης σημειώσει τα ζητήματα που πρέπει να επικεντρώσουμε στην πορεία προς τη συνδιάσκεψη:

- ενίσχυση-αναβάθμιση του αντικαπιταλιστικού προγράμματος

- σύνδεση τακτικής-στρατηγικής από επαναστατικές θέσεις, δηλαδή σύνδεση του προγράμματος με το ζήτημα της εξουσίας, επαναστατικός δρόμο προσέγγισης και κατάκτησης της εξουσίας, οριοθέτηση από κυβερνητικές προτάσεις διαχείρισης.

- υπεράσπιση και ανάπτυξη του περιεχομένου και των μέσων οικοδόμησης του αντικαπιταλιστικού μετώπου.

- οριοθέτηση απέναντι στον ανερχόμενο σήμερα ρεφορμιστικό πόλο (ΣΥΡΙΖΑ) αλλά και το ΚΚΕ, με ταυτόχρονες συγκεκριμένες πρωτοβουλίες κοινής δράσης με τις μαχόμενες δυνάμεις της Αριστεράς.

- συστηματική ανάπτυξη και αναβάθμιση της λογικής του αγωνιστικού μετώπου ρήξης ανατροπής

- στο εργατικό κίνημα, στην ανάγκη ανεξάρτητου κέντρου αγώνα σε ρήξη με ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ και στη συμβολή στην αριστερή ταξική πτέρυγα. Ανάγκη για μια αντικαπιταλιστική εργατική ταξική κίνηση.

- για τον χαρακτήρα της αντιφασιστικής πάλης και της σχέσης της με τον αγώνα για τις δημοκρατικές και λαϊκές ελευθερίες της εποχής μας.

- βήματα στην ανάπτυξη της γενικότερης αντικαπιταλιστικής και κομμουνιστικής φυσιογνωμίας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

17. Ταυτόχρονα, πρέπει να μπουν συγκεκριμένα στόχοι για την ανάπτυξη και δημοκρατική συγκρότηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, για να γίνει ΑΝΤΑΡΣΥΑ των μελών και των συνελεύσεών της, για να έχει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ενιαία και σταθερή μετωπική πολιτική παρέμβαση στα κρίσιμα μέτωπα της ταξικής πάλης και της πολιτικής αντιπαράθεσης.

Στο θέμα της οργανωτικής ανάπτυξης: Μέτρα για την δημοκρατική, σταθερή και αποφασιστική λειτουργία των οργανώσεων και των οργάνων (συντονιστικά όργανα, σταθερές συνελεύσεις).

Νέες οργανώσεις τοπικές και κλαδικές. Δημιουργία οργάνων στις περιοχές και πανελλαδικού ιστού. Ειδικά μέτρα για την νεολαία. Δημιουργία ομάδων δουλειάς και τμημάτων.

Καλύτερη συγκρότηση των επιτροπών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, με έμφαση στις εργατικές.

Είναι αναγκαίο η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και οι επιτροπές της να αποκτήσουν εσωτερική ζωή, πέρα από τη συνέλευση. Συζητήσεις, εκδηλώσεις, κοινές δραστηριότητες και παρεμβάσεις, έτσι ώστε να ζωντανέψουν.

18. Η πορεία προς την 2η Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να είναι ένα σημαντικό πολιτικό γεγονός και ταυτόχρονα μια ευκαιρία ανοίγματος του μετώπου, ενός ευρύτερου διαλόγου με τον κόσμο της Αριστεράς και του κινήματος. Να ζητήσουμε από χιλιάδες αγωνιστές με τους οποίους παλέψαμε μαζί όλο το προηγούμενο διάστημα, που στήριξαν ή ψήφισαν ΑΝΤΑΡΣΥΑ να γίνουν μέλη του μετώπου ή να πάρουν μέρος στις διαδικασίες, μακριά από λογικές διαμόρφωσης εσωοργανωτικών συσχετισμών. [...]

19. Για μια μετωπική πρωτοβουλία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για τη συσπείρωση της ανατρεπτικής Αριστεράς

Έχουμε ξεκαθαρίσει ότι στόχος μας είναι ο αντικαπιταλιστικός πόλος – μέτωπο, για τον οποίο η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι ένα σημαντικό κι ελπιδοφόρο βήμα μπροστά. Θέλοντας να συμβάλλουμε στη σταθεροποίηση – ενίσχυση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και στην «επιθετική» ανταπόκριση στις νέες δυνατότητες διαφοροποίησης από ΣΥΡΙΖΑ – ΚΚΕ (σε αυτές που σήμερα υπάρχουν και πολύ περισσότερο σε αυτές που θα γεννηθούν πολιτικά και κοινωνικά), θεωρούμε αναγκαίο η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να πάρει πρωτοβουλία για την αγωνιστική και πολιτική συμπόρευση όλων των μαχόμενων αντικαπιταλιστικών, αντιΕΕ, αντιιμπεριαλιστικών και αντιδιαχειριστικών δυνάμεων, που έχουν διαχωριστεί έμπρακτα από ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ.

Τέτοιες δυνάμεις, πέρα από τις αξιόλογες δυνάμεις που αναδεικνύονται πρωτοπόρα μέσα από το μαζικό κίνημα, είναι οι δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, το ΜΑΑ, αποχωρήσαντες από το ΚΚΕ, τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΕΠΑΜ. Η πρωτοβουλία αυτή όμως δεν αναφέρεται κυρίως και μόνο σε έτοιμες δυνάμεις, αλλά αποτελεί και δρόμο διαμόρφωσης και συσπείρωσης δυνάμεων που ριζοσπαστικοποιούνται.

Η πολιτική συνάντηση αυτών των δυνάμεων μπορεί και πρέπει να γίνει στα εξής μέτωπα: αντιΕΕ, δημοκρατικό, εργατικό, κινήσεις πόλης, αντιπολεμικό – αντιιμπεριαλιστικό.

Σήμερα συζητούμε την αναγκαιότητα – δυνατότητα αυτή η πρόταση αγωνιστικής και πολιτικής συμπόρευσης - συσπείρωσης να βρει έκφραση και σε μια συνολική πολιτική πρωτοβουλία, μία πρωτοβουλία συνάντησης ή σταθερότερου συντονισμού (συμπαράταξης) της ανατρεπτικής Αριστεράς. Μία συνάντηση που θα εξασφαλίζει την πολιτική συμπόρευση, κοινές πολιτικές πρωτοβουλίες, διάλογο πολιτικό – θεωρητικό, δυνατότητα ώσμωσης και επικοινωνίας και θα κλιμακώνεται ανάλογα με το βαθμό πολιτικής συμφωνίας.

Σε ποια πολιτική βάση θα προτείνει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ μια τέτοια συμπόρευση; Στο αναγκαίο κι απαραίτητο σήμερα πολιτικό πλαίσιο: διεκδίκηση των εργατικών λαϊκών δικαιωμάτων, μέτρα για την επιβίωση και την ανεργία, μονομερής κατάργηση των μνημονίων και των δανειακών συμβάσεων, άρνηση πληρωμής – διαγραφή του χρέους, διώξιμο της τρόικας και κάθε κηδεμόνα, έξοδο από ευρωζώνη και ΕΕ, εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και των επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας χωρίς αποζημίωση, εργατικός έλεγχος παντού, πάλη για δημοκρατία και λαϊκή κυριαρχία στη χώρα – απελευθέρωση από τα δεσμά του σύγχρονου απολυταρχισμού του κεφαλαίου, ανατροπή της κυβέρνησης και της πολιτικής της, και κάθε κυβέρνησης με αντιλαϊκή πολιτική. Από την άποψη αυτή, κάθε τέτοια συνολική και μόνιμη πρωτοβουλία πολιτικής συμπαράταξης πρέπει να πρεσβεύει την ανάγκη για μια άλλη Αριστερά (και να είναι σε διαχωρισμό με ΣΥΡΙΖΑ – ΚΚΕ), την ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού – μαζικού κινήματος που θα αναγνωρίζεται ως το υποκείμενο της ανατροπής με τα δικά του όργανα, η αντιδιαχειριστική λογική σε σχέση με τις κυβερνητικές προτάσεις και η σαφής διαφοροποίηση από την κυβερνητική πρόταση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ, η ανάγκη ενός επαναστατικού σχεδίου για να ικανοποιηθούν τα δίκαια της εργατικής τάξης και των εργαζομένων και της κατάργησης του καπιταλισμού, για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση – καταπίεση (σύγχρονη σοσιαλιστική – κομμουνιστική προοπτική).

 

Ειδικά στο θέμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μια τέτοια ενωτική πολιτική πρωτοβουλία, που θα έχει το στόχο της εξόδου από την ευρωζώνη και την ΕΕ, θα επιδιώκει να συσπειρώσει όλες τις δυνάμεις που τοποθετούνται με όλους τους τρόπους συνολικά κατά της ΕΕ και έρχονται σε ρήξη με τον ευρωμονόδρομο. [...]

Ε. Η δουλειά μας στο πεδίο των δημοκρατικών ελευθεριών

20. Στο διάστημα που πέρασε προωθήσαμε τις αποφάσεις της προηγούμενης ΠΕ στο πεδίο των εργατικών λαϊκών ελευθεριών, των δημοκρατικών δικαιωμάτων και της αντιφασιστικής πάλης. [...]

Αρχίζει να γίνεται κατανοητή η ανάγκη ιδιαίτερης δράσης στο πεδίο των εργατικών λαϊκών ελευθεριών από την πλευρά του μαζικού κινήματος, ιδιαίτερα του εργατικού (π.χ., δίκη των «τριών της Θεσσαλονίκης», επιστράτευση σε μεταφορές, χτύπημα στο δικαίωμα της απεργίας, απολύσεις για συνδικαλιστική δράση κ.α.), αλλά και του λαϊκού (παραβίαση ασύλου και συλλήψεις φοιτητών, ιδιαίτερη και μαζική αντίδραση στην Κέρκυρα κ.α.). Το ΝΑΡ και η ν.ΚΑ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ταξικές ανατρεπτικές δυνάμεις του εργατικού και μαζικού κινήματος έκαναν ορισμένα σημαντικά βήματα στη συμβολή τους. Χρειάζεται μονιμότερη παρέμβαση, συγκρότηση επιτροπών στα πλαίσια του μαζικού κινήματος, αξιοποίηση της συμβολής νομικών, διανοουμένων, καλλιτεχνών κ.α.

21. Τέλος, στο ζήτημα της αντιφασιστικής πάλης, είναι ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι νέες προσπάθειες να διεισδύσει η φασιστική ιδεολογία και πρακτική στο εργατικό κίνημα με το μανδύα των «ανεξάρτητων αντιμνημονιακών δυνάμεων». Κάτι τέτοιο, εάν επιτευχθεί θα είχε ολέθριες συνέπειες για το μέλλον. Χρειάζεται η αποκάλυψή τους ως δύναμης θανάσιμα εχθρικής προς το μαζικό, εργατικό και λαϊκό κίνημα και την προοπτική του.

Ειδικά για την αντιφασιστική παρέμβαση έχει ιδιαίτερη σημασία: α) η βαθύτερη συνέπεια σε μια ταξική αντικαπιταλιστική κατεύθυνση του πλαισίου δράσης, β) η σταθερή αποκάλυψη των δεσμών και της συνεργασίας της τρικομματικής συγκυβέρνησης, καθώς και όλων των μηχανισμών του κράτους (αστυνομία, στρατός, «βαθύ κράτος» των υπηρεσιών, δικαστικό σύστημα, «τοπικό» κράτος κ.α.) με το νεοφασισμό και τη ΧΑ, γ) ο αποκλεισμός της προσπάθειας για ένα «δημοκρατικό ξέπλυμα» των αντιδραστικών μνημονιακών δυνάμεων στο όνομα της «ευρύτητας» της αντιφασιστικής πάλης, δ) η αντιμετώπιση της γραμμής για ενότητα των «δυνάμεων του συνταγματικού τόξου», με την οποία κινείται ο ΣΥΡΙΖΑ.

ΣΤ. Άμεσα κρίκοι-άξονες πάλης του κινήματος για την επιβίωση των εργαζόμενων και του λαού

Έκτακτα μέτρα κατά της ανεργίας, της εξαθλίωσης και της μαζικής φτώχειας:

ΑΝΕΡΓΙΑ

  • Διπλασιασμός του επιδόματος ανεργίας και χορήγησή του σε όλους τους ανέργους χωρίς προϋποθέσεις για όσο διάστημα παραμένουν εκτός εργασίας. Δωρεάν μετακίνηση, ρεύμα, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για όλους τους άνεργους. Επίδομα θέρμανσης για όλους τους άνεργους, κανένας πλειστηριασμός σπιτιού άνεργου, άμεση παύση πληρωμών των δανείων των ανέργων και των φτωχών, στην προοπτική του μεγάλου «κουρέματος» ή και της διαγραφής τους. Κατάργηση δημοτικών τελών για τους ανέργους.
  • Απαγόρευση των απολύσεων, κατάργηση της «προειδοποίησης απόλυσης» και των μειωμένων αποζημιώσεων.
  • Μαζικές προσλήψεις στο δημόσιο και στους δήμους για την κάλυψη των πραγματικών αναγκών σε παραγωγή, παιδεία, υγεία, ασφάλιση, πρόνοια, περιβάλλον, πολιτισμό, κλπ
  •  Άμεση μείωση των ωρών εργασίας και των χρόνων που απαιτούνται για συνταξιοδότηση, για να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας, χωρίς μείωση μισθών.

ΜΙΣΘΟΣ-ΣΣΕ-ΕΠΙΒΙΩΣΗ

  • Από 1.1.2013 αυξήσεις σε όλους τους μισθούς και συντάξεις με άρση όλων των περικοπών που επιβλήθηκαν από το Γενάρη του 2010. Καμιά νέα περικοπή.
  • Άμεση κατάργηση του μισθού γαλέρας για τους νέους κάτω των 25 ετών.
  • Κατάργηση των ατομικών συμβάσεων εργασίας, της ανασφάλιστης και μαύρης εργασίας, με βαριά τιμωρία των εργοδοτών-δουλεμπόρων. Κατάργηση του μέτρου της μονομερούς εκ περιτροπής εργασίας.
  • Να σταματήσει το αίσχος της απλήρωτης δουλειάς. Όσοι εργοδότες οφείλουν δεδουλευμένα σε εργαζόμενους να κατάσχονται αντίστοιχα ποσά από καταθέσεις τους στις Τράπεζες, προσωπικά και εταιρικά περιουσιακά στοιχεία, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή της εταιρείας του εργοδότη.
  • Ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και συλλογικές συμβάσεις σε όλους του κλάδους και συνολικά. Άμεσα μέτρα ανακούφισης των εργαζομένων με Γενική Συλλογική Σύμβαση καθολικής ισχύος.
  • Πενθήμερο – 30ωρο τώρα. Πλήρη, μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους. Κατοχύρωση του 5-ημερου και της Κυριακής αργίας.

Για την κατοικία και την φορολογία

  • Κατάργηση όλων των χαρατσιών, των κεφαλικών φόρων και των φορομπηχτικών νόμων. Κανένα σπίτι χωρίς ρεύμα, επανασυνδέσεις. Κανένα χαράτσι στους λογαριασμούς της ΔΕΗ ή μέσω εφορίας.
  • Κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη, κανένας πλειστηριασμός σε σπίτι ανέργων και εργαζομένων.
  • Να φορολογηθεί άμεσα το κεφάλαιο, οι εφοπλιστές, η εκκλησία, οι off shore εταιρείες, οι μεγαλοεκδότες, το ξένο κεφάλαιο και οι καταθέσεις των Ελλήνων πλουτοκρατών στις δεκάδες λίστες Λαγκάρντ. Επαναφορά του συντελεστή 45% στη φορολόγηση των κερδών, στην προοπτική ακόμα μεγαλύτερης – δραστικής φορολόγησης των κερδών και του συσσωρευμένου πλούτου. Δήμευση της περιουσίας των μεγάλο-οφειλετών προς το Δημόσιο.
  • Άμεση μείωση έως κατάργηση των συντελεστών ΦΠΑ σε όλα τα είδη βασικής ανάγκης και λαϊκής διαβίωσης. Κανένας νέος έμμεσος ή άμεσος φόρος. Αφορολόγητο 25.000 ευρώ καθαρά για κάθε εργαζόμενο.
  •  Άμεση μείωση σε όλα τα τιμολόγια Κοινής Ωφέλειας (ΔΕΗ, Νερό, Φυσικό Αέριο, ΟΤΕ, κ.α), τα εισιτήρια συγκοινωνιών.
  • Φτηνό πετρέλαιο και φυσικό αέριο τώρα. Επίδομα θέρμανσης σε όλους τους εργαζόμενους και άνεργους.
  • Όχι στα τραστ τροφίμων και την κερδοφορία των πολυεθνικών από τα τρόφιμα. Να παταχθεί η αισχροκέρδεια, οι μεσάζοντες και τα μονοπώλια.
  • Άμεση απόδοση των ακινήτων του δημοσίου, της εκκλησίας και των τραπεζών σε άστεγους, άνεργους και φτωχές οικογένειες.
  • Κανένας άνθρωπος πεινασμένος, κανένα παιδί χωρίς φαγητό. Διοργάνωση συσσιτίων στους δήμους και δωρεάν τρόφιμα στα σχολεία, από τον κρατικό προϋπολογισμό.

Υγεία-Παιδεία-Ασφάλιση και μετακίνηση για όλους, δωρεάν και ποιοτικά

  • Ούτε ευρώ για επίσκεψη στα νοσοκομεία ή για εξετάσεις. Καμία επιβάρυνση στα ιδρύματα υγείας, πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια, ή στους γιατρούς του ΕΟΠΥΥ. Δημόσια, δωρεάν και ποιοτική υγεία για όλο το λαό. Καμία συμμετοχή των ασφαλισμένων στο κόστος αγοράς των φαρμάκων τους.
  • Ενίσχυση των ασφαλιστικών ταμείων των εργαζομένων από τον κρατικό προϋπολογισμό. Μείωση της εργατικής εισφοράς άμεσα, στην προοπτική της κατάργησής της. Να πληρώσουν τα κλεμμένα κράτος-τράπεζες-εργοδότες.
  • Κανένα κλείσιμο ή συγχώνευση σχολείων. Διπλασιασμός των δαπανών για την παιδεία. Πλήρως δημόσια και δωρεάν παιδεία. Καμία συμμετοχή σε τροφεία, για σίτιση, στέγαση και συγγράμματα. Μαζικές προσλήψεις εκπαιδευτικών.

Δημόσια αγαθά και περιουσία, δήμοι και υπηρεσίες για το λαό

  • Καμία απόλυση, «εφεδρεία» ή «διαθεσιμότητα» στο δημόσιο, τους ΟΤΑ και τις ΔΕΚΟ. Όχι στην αξιολόγηση-προθάλαμο απόλυσης.
  • Καμία ιδιωτικοποίηση δημόσιων επιχειρήσεων και ΔΕΚΟ. Να επανέλθουν στο δημόσιο οι ΔΕΚΟ που ιδιωτικοποιήθηκαν μερικά ή ολικά, χωρίς αποζημίωση. Κατάργηση των ΣΔΙΤ. Δημόσιες επιχειρήσεις με εργατικό έλεγχο προς όφελος της εργαζόμενης κοινωνικής πλειοψηφίας.
  • Άμεση απόδοση της δημόσιας και εκκλησιαστικής γης στους φτωχούς αγρότες, εργάτες γης και άνεργους της υπαίθρου, χωρίς ενοίκιο και χρέωση.
  • Δραστική μείωση των εξοπλιστικών και στρατιωτικών δαπανών. Κατάργηση των δαπανών για την καταστολή. Να σταματήσουν τώρα οι προσλήψεις σε δυνάμεις καταστολής.

Τα παραπάνω αποτελούν πρόταση και στόχους για αιτήματα άμεσης πάλης του μαζικού κινήματος, των συνδικάτων, των συνελεύσεων στις γειτονιές, όλων των συλλογικοτήτων του αγώνα, των μαζικών οργάνων του λαού. Προφανώς πρέπει να συνδεθούν με το συνολικό αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα πάλης, καθώς και με τη λογική του ποιος και πως θα τα επιβάλλει.

Η Π.Ε. του ΝΑΡ, Αθήνα, 26 Ιανουαρίου 2013