«Κάθε βήμα του πραγματικού κινήματος, αξίζει περισσότερο από μια ντουζίνα προγράμματα»

«Κάθε βήμα του πραγματικού κινήματος, αξίζει περισσότερο από μια ντουζίνα προγράμματα»

Κ. Μαρξ (Κριτική στο Πρόγραμμα της Γκότα)

Μια ντουζίνα προγράμματα στη συσκευασία του ενός (Πρόταση Προγραμματικής Διακήρυξης), δεν πρόκειται να συμβάλλουν στο βήμα του πραγματικού κινήματος ούτε κατά μισό χιλιοστό.

Καταρχήν ένα βασικό μεθοδολογικό ζήτημα: Ο μαρξισμός, ο ιστορικός και διαλεκτικός υλισμός αποτελεί επιστημονική μέθοδο ανάλυσης και δράσης και όχι φιλοσοφικό-ιδεολογικό σύστημα. Γιατί όπως διατεινόταν ο Ένγκελς «κατά παλιά συνήθεια, το φιλοσοφικό σύστημα οδηγεί αναπόφευκτα στην απόλυτη αλήθεια της μιας ή της άλλης μορφής. Στην απόλυτη ιδέα –που είναι τόσο απόλυτη, ώστε να μη μπορεί να ειπωθεί τίποτα γι’ αυτήν. Αυτό θα σήμαινε τη συντριβή του επαναστατικού περιεχομένου της διαλεκτικής μεθόδου κάτω από το βάρος του δυσανάλογα αναπτυγμένου συντηρητικού περιεχομένου.»[1] Η διαλεκτική απαιτεί μελέτη της ιστορίας, της οικονομίας, της κοινωνίας, των τάξεων στη ζωντανή και δυναμική κίνησή τους. Δηλαδή συγκεκριμένη ανάλυση των συγκεκριμένων συνθηκών.

Ας δούμε πώς εφαρμόζεται η συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης στα συνεδριακά κείμενα της ΠΕ του ΝΑΡ.

1. Για να απαντήσει κανείς «το κλασικό ερώτημα σε ένα συνέδριο κομμουνιστικής οργάνωσης [που] είναι “Σε τι εποχή βρισκόμαστε;» πρέπει καταρχήν να αναλύσει τον σημερινό καπιταλισμό και την κρίση του. Αντιγράφω από την «Προγραμματική» Διακήρυξη (σελίδα 10): «Η σημερινή κρίση είναι πολύ πιο βαθιά. Είναι, από οικονομική άποψη, κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου και έχει τη βάση της στον ειδικό τρόπο με τον οποίο εκφράζονται οι εγγενείς αντιθέσεις και αντιφάσεις του καπιταλισμού στην εποχή του ολοκληρωτικού καπιταλισμού». Σύμφωνοι, αλλά ποιος ακριβώς είναι ο «ειδικός τρόπος»; Σε τι συγκεκριμένα συνίσταται; Απάντηση δεν δίνεται. Μαθαίνουμε όμως ότι «κυρίως εδράζεται στους όρους αναπαραγωγής του, στο κοινωνικοπολιτικό “μείγμα” με το οποίο το κεφάλαιο επεδίωκε τα τελευταία 35 χρόνια να στηρίξει τους «δίδυμους πύργους» του: την καπιταλιστική κερδοφορία (οικονομικά) και την αστική κυριαρχία (πολιτικά)». Τι σημαίνει αυτό;

α) Οι όροι αναπαραγωγής του ολοκληρωτικού καπιταλισμού είναι εξωοικονομικοί(!!!), αφού βασίζονται σε «κοινωνικοπολιτικό μείγμα»…

β) Το «κοινωνικοπολιτικό μείγμα» είναι κάποιο μαρξιστικό(;) αξίωμα που δεν χρήζει περαιτέρω τεκμηρίωσης!

Και εν κατακλείδι: «Είναι κρίση δομική με λίγα λόγια». Απόλυτα σωστό –οι κρίσεις αποτελούν δομικό στοιχείο του καπιταλισμού, το απέδειξε ο Μαρξ πριν 150 χρόνια. Καθόλου διαφωτιστικό σε σχέση με το συγκεκριμένο χαρακτήρα της συγκεκριμένης κρίσης και τα καθήκοντα που αυτή βάζει στους κομμουνιστές.

Ας εξετάσουμε όμως τη «συγκεκριμένη» περιγραφή του «ολοκληρωτικού» καπιταλισμού (σελίδες 12-13): «Η νέα αυτή βαθμίδα αναμορφώνει ριζικά τον καπιταλισμό με

α) «τον ποιοτικά βαθύτερο χαρακτήρα της εκμετάλλευσης». Ποια είναι αυτά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά, σε τι συνίστανται συγκεκριμένα, τι διαφορετικό έχουν από τα προηγούμενα κ.ο.κ., η ΠΕ δεν μπαίνει στον κόπο να τα παραθέσει.

β) «την ακόρεστη δίψα για κέρδος». Υπήρχαν «βαθμίδες» του καπιταλισμού που δεν ήταν ακόρεστος;

γ) «την πρωτοφανή αντίδραση και ανελευθερία». Ο Λένιν στον Ιμπεριαλισμό[2] (1916) διαπίστωνε ότι «πολιτικά ο ιμπεριαλισμός είναι η τάση προς τη βία και την αντίδραση». 35 χρόνια μετά επήλθε η «πρωτοφανής ανελευθερία» των Άουσβιτς…

δ) «πάνω απ’ όλα, εμπεριέχει τους υλικούς-αντικειμενικούς όρους –άρα και τις δυνατότητες που αναφύονται από αυτούς- για πέρασμα στον επόμενο κοινωνικό σχηματισμό, την κοινωνία της κομμουνιστικής απελευθέρωσης». Πριν δηλαδή δεν υπήρχαν; Το 1917, οι μπολσεβίκοι κακώς έκαναν και καθοδήγησαν το ρωσικό λαό σε σοσιαλιστική επανάσταση;

Αδυνατώντας να κατανοήσω τα συγκεκριμένα, ειδικά και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της «νέας βαθμίδας» και μη θέλοντας να κουράσω άλλο, αφού το κείμενο βρίθει τέτοιων «συγκεκριμένων» αναλύσεων, παραθέτω μόνο τη γνωστή ταυτολογία που επιστεγάζει την «ανάλυση»: «Πηγή της κρίσης και των κοινωνικών δεινών είναι ο σύγχρονος ολοκληρωτικός καπιταλισμός!»

Μόνο που οι ταυτολογίες και οι γενικές αλήθειες δεν συνιστούν εφαρμογή διαλεκτικής, μα καντιανό ιδεαλισμό. Το ιδεολογικό σύστημα που εγκλωβίζεται η ηγεσία του ΝΑΡ, δεν αντιμετωπίζει το σύγχρονο καπιταλισμό σαν οντότητα που μπορεί να μελετηθεί και να αναλυθούν οι συγκεκριμένες σχέσεις και ιδιότητές του, μα σαν «αντικείμενο καθ’ εαυτό», σαν απόλυτη ιδέα. Τόσο απόλυτη, ώστε να μην μπορεί να περιγράψει τίποτα γι’ αυτόν και να αναγκάζεται να τον προσδιορίζει με επίθετα. Κατά αντιστοιχία του υπερδύναμου και υπεράγαθου θεού, προσαγορεύεται «υπεραντιδραστικός, υπεροξυμμένος, διάβολος», κ.ο.κ. Το υπέρτατο κακό που προκαλεί ως και «γονιδιακές μεταλλάξεις»!!

Το ιδεολογικό αυτό σχήμα ούτε ερμηνεύει, ούτε προσπαθεί να ερμηνεύσει αυτό που συμβαίνει σήμερα παγκόσμια, μα και πολύ περισσότερο στη χώρα μας, στην οποία καλούμαστε να δράσουμε, ως η δική μας συμβολή για «να αλλάξουμε τον κόσμο».

Η παράθεση της γενικής αλήθειας ότι οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής έχουν το θεμέλιό τους στην απόσπαση υπεραξίας –αλήθεια που δεν συνιστά κάποιο «κρυμμένο μυστικό» αφού ουδείς το αμφισβητεί σήμερα, ούτε οι καπιταλιστές- δεν προσφέρει καμία εξήγηση ούτε ειδικά, ούτε γενικά, πόσο μάλλον «επιστημονική “αποκρυπτογράφηση” του καπιταλισμού της εποχής μας» (σελ. 27). Ακριβώς γιατί πάνω στο θεμέλιο, υψώνεται ένα ολόκληρο οικοδόμημα. Κι αν θα χαρακτηρίζαμε τουλάχιστον άσχετο έναν μηχανικό που προσπαθεί να κατανοήσει τη λειτουργία ενός ουρανοξύστη κοιτώντας μόνο στα θεμέλια, τι θα πρέπει να πούμε για έναν μαρξιστή επιστήμονα;

Πώς να ερμηνεύσει π.χ. το φαινόμενο του παγκόσμιου δημόσιου χρέους που υπερβαίνει 3,5 φορές το παγκόσμιο ΑΕΠ; Ή το φαινόμενο που παρατίθεται στις Θέσεις (σελ. 55) ότι η «χρηματοπιστωτική φούσκα πλασματικού κεφαλαίου και κάθε λογής κερδοσκοπικών τίτλων ισοδυναμούσε σύμφωνα με τη BIS το 2012 σε 10 φορές το παγκόσμιο ΑΕΠ!» Γεγονότα που φανερώνουν ότι τα υπερκέρδη της κυρίαρχης μερίδας του κεφαλαίου, του χρηματοπιστωτικού –της πιο αντιδραστικής και παρασιτικής κατά τον Λένιν- είναι αδύνατο να προέρχονται από την απόσπαση υπεραξίας (που αποτελεί άλλωστε κλάσμα του παγκόσμιου ΑΕΠ) στην πραγματική οικονομία.

Μια υπόθεση εργασίας –βασισμένη στη λενινιστική ανάλυση για τον Ιμπεριαλισμό- που θα έθετα προς μελέτη και συζήτηση είναι η εξής:

Το διεθνές χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο -που όπως απέδειξε ο Λένιν κυριαρχεί τουλάχιστον από το 1916 και όχι «την τελευταία 20ετία» όπως ισχυρίζεται η ηγεσία του ΝΑΡ (σελ. 15)– και οι μηχανισμοί του (τα «κράτη εισοδηματίες», οι ιμπεριαλιστικές ενώσεις, το ευρώ, η ΕΚΤ, κ.λπ.) υποθήκευσαν, τιτλοποίησαν και μετέτρεψαν σε χρηματιστηριακά προϊόντα, όλη την προηγούμενη υπεραξία, δηλ. τα πάγια κεφάλαια των πραγματικών εθνικών οικονομιών, τη σημερινή, δηλ. το κυκλοφορούν κεφάλαιο, μα και τη μελλοντική. Η κρίση αυτού του μοντέλου συσσώρευσης οδηγεί σήμερα μέσω της χρεομηχανής σε ρευστοποίηση κάθε πάγιας υποδομής –δημόσιας και ιδιωτικής- που έχτισαν τρεις γενιές ανθρώπινης εργασίας, σε ρευστοποίηση ολόκληρων οικονομιών και κρατών. Η διαδικασία δεν είναι καινούρια. Τι άλλο από ρευστοποίηση ενός εθνικά κυρίαρχου κράτους αποτέλεσε η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και ο πόλεμος στο Ιράκ;

Αυτό δεν συμβαίνει σήμερα στη Λιβύη, στη χώρα μας και στα υπόλοιπα «PIIGS»;

Κυριολεκτικά πλέον η πεθαμένη αποθησαυρισμένη εργασία καταστρέφει τη ζωντανή και αίρει ακόμα και τους βασικότερους όρους αναπαραγωγής της.

2. Προχωρώντας στην «ανάλυση» του ελληνικού καπιταλισμού και της κρίσης του (σελ. 17-18 και 55-60), εκτός από τη ζοφερή καταγραφή των σεισμών, λιμών και καταποντισμών που όντως συμβαίνουν στον τόπο μας, πολύ λίγα μαθαίνουμε για τις διαρθρωτικές συνέπειες στην ελληνική οικονομία και κοινωνία. Ή με τα λόγια των Θέσεων του ΝΑΡ, πώς και με ποια μορφή «επανιδρύεται ο καπιταλισμός» και δη ο ελληνικός; Με «απαντήσεις» τύπου «πρωτόγνωρα αντιδραστικά» και με «ολοκλήρωση κι εμβάθυνση των χαρακτηριστικών του ολοκληρωτικού καπιταλισμού» -που μόλις στην παραπάνω παράγραφο αποδείξαμε ότι δεν συνιστούν παρά χαρακτηριστικά του καπιταλισμού από τη μέρα που γεννήθηκε;

Κι εδώ η παράθεση εν είδει αποκάλυψης μιας άλλης γνωστής και πολυφορεμένης γενικής αλήθειας, περισσότερο συσκοτίζει παρά διαφωτίζει: «Βάση ωστόσο της κρίσης αποτελεί η εκδήλωση της πτωτικής τάσης του μέσου ποσοστού κέρδους σε όλους τους κλάδους». Αν κάτι θα παρουσίαζε όντως μεγάλο ενδιαφέρον, θα ήταν η δημοσιοποίηση των οικονομικών και στατιστικών στοιχείων που ανέλυσε η ΠΕ του ΝΑΡ και κατέληξε ότι «εκδηλώνεται σε όλους τους κλάδους».

Το ΚΚΕ, από το τελευταίο πρόγραμμα του οποίου έχουν αντιγραφεί οι σχετικές παράγραφοι, είναι τουλάχιστον πιο προσεκτικό. Αφήνει την πιθανότητα να μην ισχύει απόλυτα και παγκόσμια σε όλους τους κλάδους.

Ο Μαρξ ανέλυε διαλεκτικά το φαινόμενο και ως εξής: α) καταρχήν αποτελεί ΤΑΣΗ! Τείνει προς τα εκεί… β) ισχύει γενικά στον καπιταλισμό και όχι μόνο στις περιόδους των κρίσεων και γ) παραθέτει ο ίδιος έξι τρόπους αντιρρόπησης αυτής της τάσης.[3] Iσχυρότερη και αποτελεσματικότερη αποδείχθηκε το μονοπώλιο.

Το μόνο ενδιαφέρον που παρουσιάζουν οι παραπάνω «αναλύσεις» είναι οι αντιφάσεις και τα αλληλογρονθοκοπήματα ανάμεσα στις παραγράφους. Κάτι που συμβαίνει άλλωστε συνεχώς και στις 111 σελίδες του πονήματος…

Για παράδειγμα, στη σελ. 17, μαθαίνουμε ότι «ο ελληνικός καπιταλισμός έχει ήδη ενσωματώσει σε μεγάλο βαθμό τους βασικούς μετασχηματισμούς του νέου σταδίου». Ενώ στη σελ. 18, ότι «αν επιτευχθεί η αντιδραστική ανασυγκρότηση του ελληνικού καπιταλισμού, θα καλυφθεί η σχετική “υστέρηση”, θα ενσωματωθούν και στην Ελλάδα τα κύρια στοιχεία του ολοκληρωτικού»!

Το ιδεολογικό σχήμα της ηγεσίας του ΝΑΡ αδυνατεί να συμφωνήσει ακόμα και με τον εαυτό του. Πόσο μάλλον με την ελληνική πραγματικότητα. Πώς να εξηγήσει με τη γενική – αφηρημένη «υπεραξία» και «πτωτική τάση» ή το εξωοικονομικό αξίωμα του «κοινωνικοπολιτικού μείγματος» αυτό που συμβαίνει σήμερα στη ΛΑΡΚΟ, στην ΕΑΒ, στα Ναυπηγεία, στα Τσιμέντα Χαλκίδας, στη ΔΕΗ, στον ΟΤΕ, στην ΕΥΔΑΠ, ως και στον Κατσέλη; Η ΛΑΡΚΟ, είναι η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή βιομηχανία Νικελίου και μία από τις 4 παγκόσμια. Δηλαδή, μονοπώλιο. Γιατί η τρόικα τη σβήνει με ένα μέιλ; Γιατί πουλιούνται για σκραπ τα μηχανήματα κι ο εξοπλισμός των Τσιμέντων; Γιατί κατατεμμαχίζονται και διαλύονται η ΔΕΗ κι η ΕΥΔΑΠ; Γιατί ανατινάζονται οι δεξαμενές των Ναυπηγείων; Γιατί η Deutsche Telekom σταματά τις επενδύσεις στις οπτικές ίνες και ακυρώνει τις συμβάσεις; Γιατί δεν έρχονται τα πολυεθνικά/πολυκλαδικά μονοπώλια να τις πάρουν; Πουλιούνται μπιρ παρά, τους παρέχεται εξασφάλιση ότι τις επενδύσεις τους θα τις χρηματοδοτήσει ο μόνος πραγματικός επενδυτής της τελευταίας 20ετίας, δηλ. ο ελληνικός λαός, οι μισθοί κι οι εργασιακές σχέσεις έχουν ήδη κινεζοποιηθεί. Γιατί δεν θέλουν να αποσπάσουν την υπεραξία τους και να ανατάξουν την πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους τους; Στα κείμενα του ΝΑΡ, δεν βρίσκεται ούτε μία αναφορά σε αυτά τα γεγονότα και τα κεφαλαιώδη οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα που εγείρουν.

Όμως τα γεγονότα είναι πεισματάρικα πράγματα. Συνεχίζουν να υπάρχουν όσο κι αν τα αγνοείς. Η λύση που επέλεξαν οι υπογράφοντες τα κείμενα ήταν κι εδώ απλή: ένα ιδεολογικό-πολιτικό κοκταίηλ διατυπώσεων, ώστε να παίρνει καθείς αυτό που προτιμά. Έτσι η σωστή κεντρική πολιτική διεκδίκηση (σελ. 37) για «υπεράσπιση των συλλογικών παραγωγικών δυνάμεων του κόσμου της εργασίας, ενάντια στο κλείσιμο εργοστασίων και την αποδιάρθρωση ολόκληρων κλάδων της παραγωγής», αντιφάσκει και υπονομεύεται από τις σελ. 32 και 58, όπου το γεγονός της αποπαραγώγισης της χώρας και η άμεση ανάγκη παραγωγικής της ανασυγκρότησης λοιδορούνται ως «διαχείριση εντός του καπιταλισμού».

Υπάρχει μαρξιστική μεθοδολογία που μπορεί να συμβάλλει στην ανάλυση της σημερινής κρίσης του καπιταλισμού και του ελληνικού και να οδηγήσει στο αναγκαίο σήμερα πρόγραμμα πάλης που πρέπει να προβάλλουν οι κομμουνιστές; Υπάρχει. Είναι ένα από τα βιβλία που λείπει από τη βιβλιογραφία που συστήνει η ΠΕ του ΝΑΡ. Ας μου επιτραπεί να υποθέσω: λόγω του «παρωχημένου» χαρακτήρα του σε σχέση με το βάθος ανάλυσης του «σύγχρονου ολοκληρωτικού καπιταλισμού». Είναι ο Ιμπεριαλισμός του Λένιν. Κοντά 100 χρόνια μετά τη συγγραφή του και μετά από 20 σχεδόν χρόνια που είχα εγώ να το διαβάσω, παραμένει εκπληκτική η ζωντάνια, η διεισδυτικότητα και η αποτελεσματικότητα της διαλεκτικής μεθόδου. 

Γράφει ο Λένιν στον Ιμπεριαλισμό για την κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου: «Η τραπεζική δραστηριότητα συγκεντρώνεται σε λίγα ιδρύματα, που μετεξελίσσονται σε πανίσχυρους μονοπωλητές, που διαθέτουν σχεδόν όλο το χρηματικό κεφάλαιο του συνόλου των καπιταλιστών και των νοικοκυριών, καθώς και το μεγαλύτερο μέρος των μέσων παραγωγής και των πρώτων υλών σε μια δοσμένη χώρα ή σε μια ολόκληρη σειρά χωρών.» Ανταποκρίνεται η ανάλυση αυτή στο σήμερα, όταν η Ελλάδα ολόκληρη, έδαφος-θάλασσα-αέρας, δημόσια και προσωπική περιουσία και ολόκληρος ο ελληνικός λαός εκχωρήθηκαν πλέον στον ESM, το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που ίδρυσαν οι χρηματοπιστωτικοί κολοσσοί για να τα διαχειρίζονται «αμετάκλητα» κατά το δοκούν;

Ανταποκρίνεται η ανάλυσή του για το δημόσιο χρέος ως μηχανισμού μετατροπής «ακόμα και τυπικά ανεξάρτητων κρατών σε εξαρτημένα οικονομικά και πολιτικά από μερικά κράτη που κατέχουν τη χρηματιστική “δύναμη”» στη σημερινή, μα και τη χθεσινή πραγματικότητα στην Ελλάδα; Συμβαίνει κάτι άλλο σήμερα στην Ιταλία;

Ανταποκρίνεται ότι «μόνο η κατοχή αποικιών παρέχει την απόλυτη εγγύηση για την επιτυχία του μονοπωλίου ενάντια σε όλα τα ενδεχόμενα της πάλης, μέχρι το ενδεχόμενο που ο αντίπαλος θα υπεράσπιζε τον εαυτό του με νόμο που θα καθιέρωνε το κρατικό μονοπώλιο», σε αυτό που συμβαίνει στη χώρα μας από το Μάαστριχτ και μετά με τις οδηγίες της ΕΕ για σπάσιμο των κρατικών μονοπωλίων και «απελευθέρωση των αγορών»;

«Τέτοιου είδους σχέσεις», συνεχίζει ο Λένιν, «υπήρχαν πάντα ανάμεσα στα κράτη, στην εποχή όμως του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού γίνονται γενικό σύστημα (Σ.Σ. ούτε πυραμίδα, ούτε πλέγμα), αποτελούν μέρος του συνόλου των σχέσεων του μοιράσματος του κόσμου».

Ευτυχώς ή δυστυχώς, μόνο η λενινιστική ανάλυση για τις εξαρτημένες χώρες μπορεί να συμβάλλει στη διαλεκτική ανάλυση της πραγματικότητας του ελληνικού καπιταλισμού. Κι αυτό δυσκολεύει πολύ το ιδεολογικό σχήμα της ηγεσίας του ΝΑΡ, που αναγκάζεται π.χ. στη σελίδα 57, στην παράγραφο 11 να μιλά «για σχετική υποβάθμιση σήμερα της ελληνικής αστικής τάξης προς τους Ευρωπαίους εταίρους» και στην παράγραφο 13, για «τροχιά μεγάλης υποβάθμισής της στην παρούσα φάση»!!

(Για τα στελέχη του ΝΑΡ που διατυπώνουν την άποψη ότι η εξάρτηση δεν είναι μαρξιστική έννοια και εφευρέθηκε από τους Baran και Sweezy, θα ήταν χρήσιμο να διαβάσουν τις σελίδες 80-87 του Ιμπεριαλισμού. Για τα στελέχη που πείσθηκαν από το Σημίτη και την Παπαρήγα για «Ισχυρή Ελλάδα»-μικρό ιμπεριαλιστή, αξίζει να προσέξουν ιδιαίτερα τις σελίδες 85-86, όπου αναλύεται ο εξαρτημένος χαρακτήρας της Πορτογαλίας, που το 1916 κατείχε μάλιστα και η ίδια αποικίες!)

Δεν υπάρχουν νέα στοιχεία σήμερα; Φυσικά και είναι σημαντικά. Για παράδειγμα στη σύμφυση κράτους-μονοπωλίων, το πάνω χέρι παίρνουν πλέον απευθείας τα μονοπώλια μέσα από τις «Ανεξάρτητες» Αρχές (ή ορθότερα λόμπι επιχειρηματικών συμφερόντων) που επέβαλε η ΕΕ και αντικαθιστούν (με μνημονιακούς νόμους) τις αρμοδιότητες των αντίστοιχων υπουργείων -όπως η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, η Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, το ΕΣΡ κ.ο.κ.

(Να μια από τις σημαντικές πλευρές του σύγχρονου καπιταλισμού, που το ΝΑΡ με το δυναμικό των επιστημόνων που διαθέτει θα μπορούσε να μελετήσει συστηματικά και να διαφωτίσει τον ελληνικό λαό. Γιατί καμιά σημασία δεν έχει αν θα τον ονομάσουμε Ιμπεριαλισμό ή βαθμίδα του, ολοκληρωτικό ή βαθμίδα του ή ακόμα και Γιαννάκη. Σημασία έχει πάντα να αναλύουμε συγκεκριμένα τη συγκεκριμένη πραγματικότητα.)

Αλλά το κυριότερο νέο στοιχείο είναι ότι η σύγχρονη κυριαρχία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου δεν αρκείται απλά «στην αρπαγή πλουτοπαραγωγικών πόρων για εκμετάλλευση άμεσα ή στο μέλλον», ούτε στην υποβάθμιση ανεξάρτητων χωρών σε εξαρτημένες. Είναι η μετατροπή σε αποικίες χρέους ακόμα και ανεπτυγμένων χωρών, στην ίδια την Ευρώπη, η αποπαραγώγισή τους και η εκκαθάρισή τους σε οικόπεδο για ΕΟΖ και «για να εγκατασταθεί ο περίσσιος πληθυσμός και να αποφευχθεί ο εμφύλιος στις ιμπεριαλιστικές χώρες», όπως έλεγε ο Σ. Ροντς, «ο βασιλιάς του χρηματιστικού κεφαλαίου» και παραθέτει ο Λένιν.

Αυτό ακριβώς επιδιώχθηκε στο Β’ΠΠ κι αυτό επιζητούσαν οι ναζί με το «lebenstraum», το «ζωτικό χώρο», που τον βρήκαν στις υπό κατοχή χώρες και στην ΕΣΣΔ. Ποιος ανέκοψε τότε αυτή τη βαρβαρότητα; Ο εθνικο-απελευθερωτικός αγώνας των περισσότερων ευρωπαϊκών λαών. Αυτός γέννησε επτά νέες σοσιαλιστικές χώρες –άσχετα τι γνώμη έχει ο καθένας γι’ αυτές και την εξέλιξή τους- και όλες τις σύγχρονες κατακτήσεις της εργατικής τάξης. Από τα δημόσια κοινωνικά αγαθά ως την κανονική άδεια με αποδοχές. Στη Γαλλία του 1935, οι τρίχρονοι απεργιακοί αγώνες δεν κατόρθωσαν να αποσπάσουν το αίτημα δυο εβδομάδων πληρωμένης άδειας, γιατί «δεν το άντεχε η οικονομία» της. Στην κατεστραμμένη Γαλλία του 1946, το αίτημα ικανοποιήθηκε εντός εβδομάδος…

Αυτό συμβαίνει σήμερα στη χώρα μας. Ο σύγχρονος καπιταλισμός δεν αντέχει ενιαία εθνικά κράτη, τις μόνες οντότητες ιστορικά που κατέγραψαν και κατοχύρωσαν εργατικά και λαϊκά δικαιώματα.

3. Τα γεγονότα λοιπόν, είναι πολύ πεισματάρικα πράγματα. Η Τζάκρη μιλάει για «διακυβέρνηση της χώρας από την τρόικα μέσω μέιλ», οι εργαζόμενοι κι ολόκληρος ο λαός για κατοχή και αποικιοποίηση και οι κομμουνιστές για… «εποπτεία» και «επιτροπεία». Ακριβώς με τους ίδιους όρους που χρησιμοποιούσαν ο Μπέρνσταϊν κι ο Σάιντεμαν για την αποικιοκρατία, στο Συνέδριο της Β’ Διεθνούς στη Στουτγκάρδη, το 1907[4].

«Διπλή καταπίεση», «διπλή εκμετάλλευση» είναι ακριβώς η συνέπεια του εξαρτημένου χαρακτήρα μιας χώρας –και όχι της αστικής της τάξης. Σε όσους η λέξη «εξάρτηση» φαίνεται «παρωχημένη», ας αναρωτηθούν: μπορεί η πραγματικότητα να είναι «παρωχημένη»;

Κεντρικοί στόχοι διεκδίκησης για Εθνική Ανεξαρτησία – Πραγματική Δημοκρατία ή αλλιώς Λαοκρατία ή αλλιώς δικτατορία του προλεταριάτου –καθώς ακριβώς ως Λαοκρατία όριζε ο Ένγκελς τη δικτατορία του προλεταριάτου στην Κριτική του Προγράμματος της Ερφούρτης[5]- μπορούν πραγματικά να συσπειρώσουν πλατιές λαϊκές μάζες και να ανοίξουν το δρόμο στην επαναστατική διαδικασία, που θα είναι αντικαπιταλιστική de facto.

Γιατί όπως έλεγε ο Τρότσκι : «Κάθε μεγάλη επανάσταση είναι λαϊκή ή εθνική, με το νόημα ότι συγκεντρώνει γύρω στην επαναστατική τάξη όλες τις ζωντανές δυνάμεις του έθνους και τις ανασυγκροτεί γύρω από ένα νέο άξονα.»[6]

Όμως κάτι τέτοιο θα υπαγόρευε άμεσα και σκληρά καθήκοντα στους κομμουνιστές. Να εμπιστευτούν το λαό, να εμπιστευτούν και τον εαυτό τους και να μη φοβούνται ότι θα χάσουν την κομμουνιστική τους ταυτότητα «συναγελαζόμενοι μετά των αλλοφύλων». Να πάνε στους εργαζόμενους, να σπάσουν το μυαλό τους, να μάθουν να μιλάνε ανθρωπινά, να λειώσουν τα πόδια τους για να οργανώσουν όλο το λαό και όχι να γυρίζουν γύρω από την ουρά τους με τις οργανωσούλες της Αριστεράς ή να παρακαλάνε τις ηγεσίες του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ να αλλάξουν μυαλά.

Δύσκολη δουλειά, γι’ αυτό και η επανάσταση στη χώρα μας μπαίνει από την πόρτα και βγαίνει από το παράθυρο (σελ. 39): «Η αντικαπιταλιστική επανάσταση και η μετάβαση προς τον κομμουνισμό, ξεκινούν στο πλαίσιο μιας χώρας ή περιορισμένου αριθμού χωρών –πάντα όμως σε αλληλεπίδραση με τις διεθνείς τάσεις της επανάστασης»! Κι αν αυτός ο λαός, που υποφέρει από τον «ολοκληρωτικό καπιταλισμό όλα τα δεινά», αποφασίσει να επαναστατήσει και να υιοθετήσει το «αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα ανατροπής» του ΝΑΡ, ενώ δεν βρίσκεται σε «αλληλεπίδραση με τις διεθνείς τάσεις της επανάστασης»;; Θα περιμένει το δελτίο καιρού των «διεθνών τάσεων» για τον απόπλου;

Γι’ αυτό και η εμπλουτισμένη αντιγραφή από το Κομμουνιστικό Μανιφέστο στη σελ. 23, βάζει σε ζυγαριά το «εθνικό με το διεθνικό» και τους κομμουνιστές να «αντιπροσωπεύουν το διεθνικό έναντι του εθνικού», όταν το ίδιο το Κομμουνιστικό Μανιφέστο (τρεις σελίδες μόνο πιο κάτω) αναφέρει: «Ακόμα κατηγόρησαν τους κομμουνιστές ότι θέλουν τάχα να καταργήσουν την πατρίδα, την εθνότητα. Οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα. Δεν μπορεί να τους πάρεις αυτό που δεν έχουν. Μα αφού το προλεταριάτο πρέπει πρώτα να κατακτήσει την πολιτική εξουσία, να ανυψωθεί σε ηγέτιδα τάξη του έθνους, είναι και το ίδιο επίσης εθνικό, αν και σε καμία περίπτωση με την έννοια της αστικής τάξης»[7].

Μου πήρε δυο χρόνια να καταλάβω ότι η ηγεσία του ΝΑΡ, νομίζει ότι η πάλη για εθνική ανεξαρτησία, σημαίνει πάλη για να γίνει ανεξάρτητη η αστική τάξη και το κράτος της! Προφανώς, φαντάζονται την εξάρτηση κάπως σαν να βάζει η Μέρκελ το πιστόλι στον κρόταφο του Σαμαρά ή του Μυτιληναίου. Άλλωστε, μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί ότι το «πρόγραμμα-σχέδιο για την αντικαπιταλιστική ανατροπή, στρέφεται ενάντια στα εθνικά και διεθνικά δεσμά του κεφαλαίου». Απελευθέρωση λοιπόν του κεφαλαίου και όχι της χώρας και του λαού από τα δεσμά… Πρέπει όμως να είμαι δίκαιη. Δεν πιστεύω ότι εννοούν αυτό. Εδώ πρόκειται πραγματικά για ατυχή διατύπωση, που ήθελε να δηλώσει πάλη για απεξάρτηση του λαού και της χώρας από τα δεσμά που της επιβάλλει το κεφάλαιο, εθνικό και διεθνές. Αν και μπορώ να κάνω αρκετά ευφάνταστα σενάρια για το είδος της «σύνθεσης» απόψεων των διαφόρων ομάδων της ηγεσίας του ΝΑΡ που έγινε στη συγκεκριμένη παράγραφο…

Το μπέρδεμα με το έθνος και το διεθνισμό είναι τόσο μεγάλο, ώστε να διατυπώνονται σε πρόγραμμα κομμουνιστικής οργάνωσης μέχρι και ακραίες νεοφιλελεύθερες θέσεις. «Ζούμε στην εποχή που ο καπιταλισμός σπάζει φραγμούς και σύνορα, οργανώνει σε πλανητική βάση την κίνηση του εργατικού δυναμικού» (σελ. 39). Ναι, την οργανώνει με καραβάνια εξαθλιωμένων ανθρώπων, με φραουλοχώραφα και Λαμπεντούζες. Και η Παγκόσμια Τράπεζα επίσης επιχαίρει: 300 εκ. οικονομικοί μετανάστες μετακινήθηκαν την τελευταία 5ετία και ο ρυθμός είναι αυξητικός. Η ηγεσία του ΝΑΡ τη θεωρεί «προοδευτική διαδικασία»; Θα την ήθελε και για τα παιδιά της; Γι’ αυτό στέκεται «κόντρα στην αντιμεταναστευτική πολιτική της ΕΕ και των ελληνικών κυβερνήσεων»; Η ΕΕ έχει βάρβαρη πολιτική απέναντι στους λαούς και στους μετανάστες. Δεν έχει «αντιμεταναστευτική πολιτική», όπως ακριβώς και οι «ελληνικές» κυβερνήσεις. Απόδειξη οι 150.000 νέοι επιστήμονες που οδηγήθηκαν ήδη στην οικονομική προσφυγιά.

Οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα, γιατί την πατρίδα τους την κατέχει το κεφάλαιο. Γι’ αυτό οι κομμουνιστές δεν μπορούν να τους πάρουν αυτό που δεν έχουν. Το καθήκον των κομμουνιστών είναι να παλέψουν πρώτοι απ’ όλους για να αποκτήσουν οι εργάτες την πατρίδα τους και να μην τους ξεσπιτώνουν σε πλανητική βάση. Να πολεμήσουν ακριβώς με τον τρόπο που υπέδειξε και κοσμεί ακόμα ολόκληρη την Κούβα, ο διεθνιστής επαναστάτης Τσε Γκεβάρα: «Patria o Muerte» - «Πατρίδα ή Θάνατος».

4. Οι νεοφιλελεύθερες θέσεις δεν σταματούν όμως εκεί. Εμφανίζονται μέσα στην ίδια την επαναστατική και κομμουνιστική επαναθεμελίωση που διακηρύσσει το ΝΑΡ. Έτσι, ο κλασσικός ορισμός της επαναστατικής κατάστασης ως η συνθήκη που οι πάνω δεν μπορούν να κυβερνήσουν όπως πριν και οι κάτω δεν θέλουν να κυβερνιούνται όπως πριν, μεταλλάχθηκε σε «αδυναμία της αστικής τάξης να διατηρήσει την κυριαρχία της όπως παλιά και τη, μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη, επιδείνωση της αθλιότητας των καταπιεζόμενων τάξεων» (σελ. 35).

Τι πετάχτηκε έξω από τον ορισμό; Το επαναστατικό υποκείμενο. Η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα παύονται από δρώντα υποκείμενα της ταξικής πάλης και της ιστορίας. Η επαναστατική κατάσταση διαμορφώνεται πλέον μόνο από την αστική τάξη, εφόσον πετύχει ταυτόχρονα «αδυναμία αλλά και μεγαλύτερη εξαθλίωση των καταπιεζόμενων». Και πότε η εξαθλίωση από μόνη της γέννησε τίποτε άλλο εκτός από τυφλές εξεγέρσεις και φασισμό;

Η θέση αυτή έρχεται να συμπληρώσει περίφημα την ελιτίστικη αντίληψη για τον κομμουνισμό «ως στόχο και πράξη ενός κινήματος» (σελ. 20) και όχι ως συνειδητή δράση μιας ολόκληρης κοινωνίας. Η επανάσταση και ο κομμουνισμός δεν έρχεται σαν αποτέλεσμα συνειδητής πάλης της κοινωνικής πλειονότητας, μα σαν «πρόγραμμα και οργάνωση», σαν «ρυθμιστική στρατηγική», δηλ. νόρμα και νόμος που φοριέται στους ανθρώπους από μια πεφωτισμένη μειοψηφία, ένα γιακωβίνικο «κίνημα». Είναι απλά τραγικό. Την άρνηση της κοινωνίας ως συλλογικής οντότητας, την αναγωγή της σε άθροισμα ατόμων και την ανάγκη επιβολής των ελίτ υποστηρίζουν μόνο δυο σχολές αστικής σκέψης: οι νεοφιλελεύθεροι και οι… αναρχοαυτόνομοι!

5. Αντίστοιχη ελιτίστικη αντίληψη κυριαρχεί και στις θέσεις για το «υποκείμενο της επαναστατικής τακτικής» (σελ. 37 και 46), που ορίζεται ως το «Αντικαπιταλιστικό Εργατικό Μέτωπο» και το οποίο εκφράζει τη «διαλεκτική ενότητα του κομμουνιστικού κόμματος, του αντικαπιταλιστικού πολιτικού μετώπου και της αριστερής-αντικαπιταλιστικής πτέρυγας του μαζικού κινήματος». Δηλαδή σε απλά ελληνικά: το ΝΑΡ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και μερικές ίσως αριστερές ομαδούλες (ΜΑΑ, ΕΕΚ, κ.λπ.) και οι συνδικαλιστικές τους παρατάξεις –όχι ολόκληρες μάλιστα, αφού οι μετέχοντες στα ψηφοδέλτια ή ψηφοφόροι που δεν αυτοπροσδιορίζονται ως αριστεροί δεν χωράνε.

Από την ονομασία του και μόνο γίνεται φανερό ότι στο «Αντικαπιταλιστικό Εργατικό Μέτωπο» χωράνε μόνο οι «εργάτες» και απ’ αυτούς μόνο όσοι δηλώνουν αντικαπιταλιστές. Άρα, είναι εξ ορισμού αδύνατον να «συνενώσει τις δυνάμεις που έχουν συμφέρον και θέλουν να αγωνιστούν για την αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης του κεφαλαίου και κινούνται ημισυνειδητά ή αυθόρμητα αλλά «αντικειμενικά» κατά του συστήματος, μερικά ή με ταλαντεύσεις».

Ας πάρουμε για παράδειγμα την πάλη για έξοδο από το ευρώ και την ΕΕ. Η τελευταία δημοσκόπηση πριν ένα χρόνο, έδειχνε ότι το 35% των ελλήνων επιθυμεί έξοδο από το ευρώ και το 51% έξοδο από την ΕΕ. Δεν έχει δημοσιευτεί νεότερη, προφανώς γιατί τα ποσοστά είναι ακόμα πιο υψηλά. Αυτό καταγράφει ότι με αντιφατικό βέβαια και ημισυνειδητό τρόπο, υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες έλληνες που θέλουν να παλέψουν αντικαπιταλιστικά, δηλ. για την επίτευξη ενός κομβικού στόχου «για την ανατροπή της επίθεσης, την επανάσταση και τον κομμουνισμό». Δεν είναι όμως καθόλου διατεθειμένοι να υπογράψουν πιστοποιητικό αντικαπιταλιστικών φρονημάτων για να παλέψουν γι’ αυτό. Ξαναγυρνάμε λοιπόν, στο αιώνιο ερώτημα: Η πρωτοπορία απευθύνεται στο λαό και την τάξη, ή ο λαός και η τάξη στην πρωτοπορία; Τα κείμενα του ΝΑΡ απαντούν πως πρέπει να πάει το βουνό στον Μωάμεθ…

Γι’ αυτό και όλος αυτός ο θεωρητικός βερμπαλισμός καταλήγει πρακτικά στον εξής και μόνο στόχο: όχι στη δημιουργία πλατιού, μαζικού και πλειοψηφικού επαναστατικού ρεύματος του λαού και της εργατικής τάξης που θα αλλάξει την κοινωνία, μα «ενός τρίτου μαζικού και διακριτού ρεύματος που θα αλλάξει το “χάρτη” στην Αριστερά».

Η ηγεσία του ΝΑΡ, που μέχρι πριν λίγο καιρό σε κάθε δεύτερη πρόταση μιλούσε για τον «πυκνό πολιτικό χρόνο», λέει τώρα ότι πρέπει πρώτα να φτιαχτεί ο αντικαπιταλιστικός πόλος, μετά να «αλλάξει ο χάρτης της Αριστεράς» και κατόπιν η πρωτοπορία θα μπορεί να παίξει το ρόλο της. Και μέχρι τότε, ο λαός που υποφέρει «όλα τα δεινά του ολοκληρωτικού καπιταλισμού» πρέπει να περιμένει. Ολόκληρη πλέον η ελληνική αριστερά λέει στον ελληνικό λαό να περιμένει. Ο ΣΥΡΙΖΑ: μέχρι να πάρει την κυβέρνηση. Το ΚΚΕ: μέχρι τη λαϊκή εξουσία και το σοσιαλισμό και το ΝΑΡ: μέχρι να αλλάξει η αριστερά, δηλ. το ΚΚΕ κι ο ΣΥΡΙΖΑ!!!

Αν ο Λένιν σκεπτόταν έτσι και δεν κατέβαζε μόνος του –απέναντι σε όλη την ΚΕ των μπολσεβίκων- τις θέσεις του Απρίλη στο λαό, θα είχε γίνει Οκτωβριανή Επανάσταση;

6. Και αφού αναφερθήκαμε στην ΕΕ, ας δούμε λίγο και κάποιες από τις «κεντρικές πολιτικές διεκδικήσεις –κόμβους του αντικαπιταλιστικού προγράμματος».

Στη σελ. 90 ασκείται ορθά κριτική στη γραμμή του ΚΚΕ ότι αντιμετωπίζει «πολιτικούς στόχους, όπως η έξοδος από την ΕΕ, σε συνθήκες καπιταλισμού ως ενσωματώσιμους και υπό αναίρεση. Νόημα έχουν μόνο υπό την προϋπόθεση της Λαϊκής Εξουσίας, που είναι ουσιαστικά η δικτατορία του προλεταριάτου».

Και τι προτείνει αντίστοιχα η «Προγραμματική Διακήρυξη» και οι Θέσεις του ΝΑΡ; «Έξοδος από την ευρωζώνη και το ευρώ, αντικαπιταλιστική αποδέσμευση από την ΕΕ, για μια άλλη διεθνοποίηση στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο» (σελ. 36 και 81). Δηλαδή ό,τι και το ΚΚΕ και μάλιστα με μικρότερη εσωτερική συνέπεια από τη θέση του ΚΚΕ, καθώς:

α) Θεωρεί μόνο την έξοδο από το ευρώ ως πραγματοποιήσιμη σε συνθήκες καπιταλισμού –έξοδος που μπορεί να συμβεί χωρίς προφανώς ή κατ’ ανάγκη να θέσει de facto ζήτημα εξόδου κι από την ΕΕ

β) Συναρτά την πάλη για έξοδο από την ΕΕ με την προϋπόθεση της «αντικαπιταλιστικής κατεύθυνσης», δηλ. τη δικτατορία του προλεταριάτου.

(Αν και στη σελίδα 40, συναρτά και την έξοδο από το ευρώ «με αντικαπιταλιστικό τρόπο και δρόμο»)

γ) Δεν συναρτά την έξοδο από ευρώ και ΕΕ με την ανάγκη απελευθέρωσης του λαού και της χώρας από «τη διπλή καταπίεση του κεφαλαίου, εθνικού και διεθνικού», αλλά με μια νέα «σοσιαλιστική» αυτή τη φορά «διεθνοποίηση της Ευρώπης». Ακόμα μακρύτερα δηλαδή…

Πάμε στη θέση για τη Διαγραφή του χρέους, του βασικότερου κόμβου ενός σύγχρονου πολιτικού προγράμματος. Τι χρειάζεται η διατύπωση «χωρίς επιπτώσεις στα εγχώρια ασφαλιστικά ταμεία, τα δημόσια νοσοκομεία και πανεπιστήμια»; Οι επιπτώσεις έχουν ήδη επέλθει μετά το «κούρεμα». Αναιρεί ή ενισχύει μια τέτοια διατύπωση την κυρίαρχη αστική προπαγάνδα για την καταστροφή που θα σημάνει, αν ο λαός μας αρνηθεί να αναγνωρίσει και διαγράψει μονομερώς το χρέος; Εκτός κι η ηγεσία του ΝΑΡ φαντάζεται τη διαγραφή του χρέους σαν «κούρεμα» από τους πιστωτές και όχι σαν απόφαση ενός επαναστατημένου λαού.

Όσο για τον πλεονασμό στη διεκδίκηση για «Δημόσια ιδιοκτησία, με εθνικοποίηση χωρίς αποζημίωση», καθώς εθνικοποίηση σημαίνει ακριβώς αποκλειστικά δημόσια ιδιοκτησία που διεκδικεί η εργατική τάξη για να αναχθεί σε ηγέτιδα δύναμη του έθνους, ενώ η «δημόσια ιδιοκτησία» μπορεί να σημαίνει απλά κατοχή του 51% από το κράτος, η εξήγηση είναι απλή:

Κάποια στελέχη που φοβούνται ότι θα μετατραπούν σε «εθνικιστές», αν προφέρουν τη λέξη «έθνος» και τα παράγωγά της, προετοιμάζουν την ερμηνεία που θα δοθεί την επομένη του Συνεδρίου και θα καταπίνει τον ορθό όρο της εθνικοποίησης, χωρίς να νοιάζονται αν έτσι υιοθετούν τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ.

7. Λυπάμαι που διαπιστώνω και διατυπώνω ότι τόσο η «Προγραμματική Διακήρυξη», όσο και οι Θέσεις αποτελούν ένα συνονθύλευμα ταυτολογιών, θεωρητικών αναμασημάτων, μεγαλόστομων εκφράσεων, θέσεων και διατυπώσεων που αλληλο-αναιρούν η μια την άλλη. Γίνεται εκτεταμένη αντιγραφή του προγράμματος του ΚΚΕ στο τελευταίο του Συνέδριο (ενδεικτικά: για την έξοδο από την ΕΕ, περί αναιμικής ανάκαμψης, περί ασταθούς χαρακτήρα των εργατικών κατακτήσεων, στον ορισμό της εργατικής τάξης, στην περιγραφή της «κοινωνίας μετάβασης», στην κοινωνικοποίηση -όχι των μέσων παραγωγής- αλλά του κοινωνικού πλούτου κ.ο.κ. Μια μικρή προσοχή εδώ: κοινωνικός πλούτος είναι και οι γνώσεις που αποκτά και οι σκέψεις που κάνει ο άνθρωπος. Είμαι βέβαιη πως δεν πέρασε από το μυαλό των συντρόφων να κοινωνικοποιήσουνε τη σκέψη μας, από το μυαλό όμως του Πολ-Ποτ πέρασε…)

Υπάρχουν ακόμα θέσεις του Λασσάλ, των Μαοϊκών ως και της «πράσινης οικονομίας» του ΓΑΠ και της Μέρκελ (σελ. 32).

Είναι ανθρώπινα αδύνατο, και σε χώρο και σε χρόνο, να αναφερθώ σε καθεμιά. Αυτό το κουβάρι δεν ξεμπερδεύεται εύκολα. Θα σταθώ μόνο σε ένα, εξαιρετικά όμως ενδεικτικό σημείο:

Στη σελ. 31 αναφέρεται ότι οι μετασχηματισμοί που ολοκληρώνονται στον κομμουνισμό «ανοίγουν το δρόμο ώστε ο κοινωνικός πλούτος, τα υλικά, άυλα και πολιτισμικά αγαθά να κατανέμονται δίκαια και ισότιμα σε όλους τους πολίτες. Η δικαιοσύνη και η ισότητα της κοινωνίας που κινείται προς τον κομμουνισμό έχουν ουσιαστικό χαρακτήρα και δεν αντιγράφουν ούτε αναπαράγουν την τυπική ισότητα της αστικής τάξης πραγμάτων».

Στην Κριτική στο Πρόγραμμα της Γκότα –που εντάσσεται στην προτεινόμενη από την ΠΕ βιβλιογραφία- ασκώντας κριτική στη θέση του Λασσάλ, που έλεγε ότι:

«Η απελευθέρωση της εργασίας απαιτεί την ανύψωση των μέσων εργασίας σε κοινό κτήμα της κοινωνίας και τη συνεταιριστική ρύθμιση της συνολικής εργασίας με δίκαιη κατανομή του εσόδου της εργασίας»

ο Μαρξ απαντούσε: «Εδώ έχουµε να κάνουµε µε µια κοµµουνιστική κοινωνία, όχι όπως έχει εξελιχθεί πάνω στη δική της βάση, αλλά αντίθετα όπως ακριβώς προβάλλει από την καπιταλιστική κοινωνία, µε µια κοµµουνιστική κοινωνία, εποµένως, που από κάθε άποψη, οικονοµικά, ηθικά, πνευµατικά, είναι γεµάτη µε τα σηµάδια της παλιάς κοινωνίας, που από τους κόλπους της βγήκε. Εποµένως ο κάθε µεµονωµένος παραγωγός -ύστερα από τις κρατήσεις- παίρνει πίσω ακριβώς ό,τι της δίνει…

Την ίδια ποσότητα εργασίας, που έδωσε στην κοινωνία µε µια µορφή, την παίρνει πίσω µε άλλη µορφή.

Εδώ ολοφάνερα κυριαρχεί η ίδια αρχή που ρυθµίζει την ανταλλαγή εµπορευµάτων, εφόσον είναι ανταλλαγή ίσων αξιών. Το περιεχόµενο και η µορφή άλλαξαν, γιατί µέσα στις αλλαγµένες συνθήκες κανένας δεν µπορεί να δώσει τίποτε άλλο εκτός από την εργασία του, και γιατί, από την άλλη µεριά, τίποτα δεν µπορεί να περάσει στην ιδιοκτησία των µεµονωµένων προσώπων, εκτός από ατοµικά µέσα κατανάλωσης. Όµως, σ' ό,τι αφορά στη διανοµή των µέσων κατανάλωσης στους µεµονωµένους παραγωγούς, κυριαρχεί η ίδια αρχή όπως και στην ανταλλαγή ισοδύναµων εµπορευµάτων (Warenaquivalenten), ανταλλάσσεται ίση εργασία σε µια µορφή µε ίση εργασία σε άλλη µορφή.

Ώστε εδώ το ίσο δίκαιο εξακολουθεί να είναι κατ' αρχήν το αστικό δίκαιο, αν και δεν µαλλιοτραβιούνται πια η αρχή και η πράξη, ενώ η ανταλλαγή ισοδύναµων στην ανταλλαγή εµπορευµάτων υπάρχει µόνο σαν µέσος όρος, και όχι για την κάθε ξεχωριστή περίπτωση.

Παρ' όλη αυτή την πρόοδο, αυτό το ίσο δίκαιο υπόκειται πάντα σ' έναν αστικό περιορισµό. Το δίκαιο των παραγωγών είναι ανάλογο µε την απόδοση της δουλειάς τους. Η ισότητα βρίσκεται στο γεγονός ότι µετρούν µε το ίδιο µέτρο, µε την εργασία. Όµως ο ένας υπερέχει από τον άλλο φυσικά ή πνευµατικά, προσφέρει εποµένως στον ίδιο χρόνο περισσότερη δουλειά ή µπορεί να δουλεύει περισσότερο χρόνο, και η εργασία, για να χρησιµεύσει σαν µέτρο, πρέπει να ορίζεται σύµφωνα µε τη διάρκεια ή µε την έντασή της, αλλιώς θα έπαυε να είναι µέτρο. Αυτό το ίσο δίκαιο είναι άνισο δίκαιο για άνιση εργασία. ∆εν αναγνωρίζει ταξικές διαφορές, γιατί ο καθένας δεν είναι παρά εργάτης όπως κι ο άλλος, αναγνωρίζει, όµως, σιωπηρά σαν φυσικά προνόµια τις άνισες ατοµικές ικανότητες και εποµένως την άνιση παραγωγική ικανότητα. Στο περιεχόµενό του είναι λοιπόν δίκαιο της ανισότητας όπως κάθε δίκαιο….

 Παραπέρα: ο ένας εργάτης είναι παντρεµένος, ο άλλος όχι, ο ένας έχει περισσότερα παιδιά από τον άλλο κλπ. Με ίση απόδοση εργασίας και εποµένως µε ίση συµµετοχή στο κοινωνικό καταναλωτικό απόθεµα (Konsumtionsfonds), ο ένας παίρνει στην πραγµατικότητα περισσότερα από τον άλλον, ο ένας είναι πλουσιότερος από τον άλλο κλπ….

Αυτές οι ελλείψεις, όµως, δεν µπορούν ν' αποφευχθούν στην πρώτη φάση της κοµµουνιστικής κοινωνίας, όπως ακριβώς έχει βγει ύστερα από µακρόχρονα κοιλοπονήµατα από την καπιταλιστική κοινωνία. Το δίκαιο δεν µπορεί ποτέ να είναι ανώτερο από την οικονοµική διαµόρφωση και την καθορισµένη από αυτήν πολιτιστική ανάπτυξη της κοινωνίας.

Στάθηκα πιο λεπτοµερειακά στο «ακέραιο έσοδο της εργασίας» από τη µια µεριά, και από την άλλη στο «ίσο δίκαιο», στη «δίκαιη διανοµή», για να δείξω πόσο ανοσιουργούν όταν προσπαθούν από τη µια να επιβάλουν ξανά στο κόµµα µας σαν δόγµατα έννοιες που είχαν κάποιο νόηµα µια ορισµένη εποχή, που κατάντησαν όµως τώρα απαρχαιωµένες, άχρηστες φράσεις, ενώ, από την άλλη, διαστρέφουν ξανά µε νοµικά και άλλα κουραφέξαλα, τόσο συνηθισµένα στους δηµοκράτες και τους γάλλους σοσιαλιστές, τη ρεαλιστική αντίληψη, που µε τόσους κόπους διδάχτηκε το κόµµα, αλλά που, σήµερα, έχει ριζώσει µέσα του.»[8]

Εδώ δυο πράγματα μπορεί να συμβαίνουν: Είτε η ΠΕ του ΝΑΡ δεν έχει διαβάσει την Κριτική στο Πρόγραμμα της Γκότα, απλά το παραθέτει στη βιβλιογραφία για λόγους prestige, είτε το διάβασε και πείστηκε από τον Λασσάλ και όχι από τον Μαρξ!

Επίλογος

Δυστυχώς, η «Προγραμματική Διακήρυξη», αλλά και οι Θέσεις, αποτελούν κείμενα που έχουν τα πάντα και τίποτα. Κάθε άποψη και παρανόηση των ομαδοποιήσεων του ΝΑΡ είναι μέσα. Μια πληκτική κοπτοραπτική που δεν προσφέρει τίποτα συγκεκριμένο, τίποτα χειροπιαστό, τίποτα που να μπορεί να προσθέσει στις γνώσεις μας ή στη δράση μας.

Γι’ αυτό και στο κλασσικό ερώτημα «σήμερα, σε ποια εποχή είμαστε» απαντά:

«Σε “εποχή των μεγάλων κινδύνων αλλά και νέων επαναστατικών δυνατοτήτων”, αναφέρεται στις Θέσεις για το Τρίτο Συνέδριο του ΝΑΡ. Τι είναι αυτό τώρα; Παρηγοριά ή σκόπιμη ασάφεια;»[9] Τίποτα από τα δύο. Απλώς κοινοτυπία. Αν αφαιρέσουμε το μεγαλόσχημο θόρυβο των λέξεων, λέει απλά πως «ή θα χάσουμε, ή θα κερδίσουμε». Μα με ό,τι καταπιάνονται οι κοινωνίες, οι τάξεις, τα κόμματα, οι άνθρωποι και τα ζώα όταν αναζητούν τροφή: είτε χάνουν, είτε κερδίζουν. Εντελώς σωστό, μα και εντελώς άχρηστο.

Τα συνεδριακά κείμενα δεν επιτρέπουν στην πραγματικότητα συζήτηση. Δεν γίνεται καμιά προσπάθεια να αποδειχθεί το σωστό ή το λάθος, να πείσουν για την ορθότητα ή τη χρησιμότητα, να τεκμηριώσουν τις θέσεις τους. Καταγράφουν απλά εσωκομματικούς συσχετισμούς ομάδων, που νοιώθουν μεταξύ τους τόσο αποκλίνουσες, ώστε οδηγούν το ΝΑΡ όχι στη συγκρότησή του σε κόμμα, αλλά στη μετατροπή του σε ιδεολογικό μέτωπο με μόνο συνεκτικό στοιχείο όχι πολιτικούς στόχους, αλλά χιλιαστικά οράματα, ευχές και συνταγές για τις κουζίνες του κομμουνισμού.

Όλα θολά, όλα ρευστά, αμφίσημες και καρκινικές διατυπώσεις, χρήσιμες μόνο για τη μάχη των ερμηνειών μετά το Συνέδριο. Οι έννοιες και οι λέξεις είναι πράγματι ιστορικά ρευστές, με την έννοια ότι σε κάθε εποχή επανανοηματοδοτούνται από το ιστορικό της φορτίο. Όμως ρευστές έννοιες, λέξεις και διατυπώσεις από μέρα σε μέρα ή για να διαβάζει ο καθένας σε αυτές ό,τι του αρέσει, αποτελούν εργαλεία μόνο για φραξιονιστική πάλη χωρίς αρχές και ρευστές συνειδήσεις. Κάτι εντελώς ξένο και εχθρικό με την κομμουνιστική οργάνωση και ηθική.

Είναι πραγματικά κρίμα για τόσους έντιμους αγωνιστές που βρίσκονται στις γραμμές του ΝΑΡ. Που δίνουν καθημερινή μάχη στη δουλειά, στη γειτονιά, στη νεολαία. Να μην τους παρέχεται κανένα εφόδιο, ούτε ένα γιώτα για ένα πραγματικό βήμα μέσα στο πραγματικό κίνημα. Να παραλύει κάθε τους προσπάθεια η ρευστότητα και η θολούρα. Μια διαλυτική λειτουργία που δεν αφήνει να μπει τίποτα οργανωμένα στη ζωή για να αποδειχθεί σωστό ή λάθος.

Θα ήταν όχι απλά εντιμότερο, αλλά πολύ αποτελεσματικότερο να κατατεθούν δέκα διαφορετικές πλατφόρμες και να αναλάβει ο καθένας την ευθύνη να υπερασπιστεί θαρρετά τις θέσεις του. Η ευθύτητα, η τεκμηρίωση, η αντιπαράθεση, ακόμα και η φιλονικία και ο τσακωμός είναι δρόμοι που οδηγούν στην αλήθεια, που είναι πάντα επαναστατική. Όχι το κρύψιμο κάτω από το χαλί ή πίσω από το δάχτυλο.

Ας αναρωτηθούμε, ποιος είναι ο λόγος ύπαρξης μιας κομμουνιστικής οργάνωσης; Η ενότητα της εργατικής τάξης και του λαού ή η ενότητα της οργάνωσης; Αν απαντήσουμε το πρώτο, τότε γνωρίζουμε πως για να ενώσεις, χρειάστηκε ιστορικά πολλές φορές, πρώτα να χωρίσεις. Έντιμα, πολιτικά και συντροφικά ώστε να συνεργαστείς, να διαλεχθείς, να παλέψεις από κοινού και ίσως να ξανασμίξεις.

Αγαπητοί Σύντροφοι, Καλό Βόλι! Θα συναντηθούμε στον αγώνα.

Φλώρα Παπαδέδε, εργαζόμενη στη ΔΕΗ

Παραπομπές:


[1] Φ. ΕΝΓΚΕΛΣ, Λουδοβίκος Φόυερμπαχ και το τέλος της Κλασσικής Γερμανικής Φιλοσοφίας, Εκδ. ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ, 2001, σελίδες: 63-72.

[2] Β.Ι.ΛΕΝΙΝ, Ο Ιμπεριαλισμός, Ανώτατο Στάδιο του Καπιταλισμού, Εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1986, σελ. 91.

[3] Κ. ΜΑΡΞ, Το Κεφάλαιο, Τόμος ΙΙΙ, Εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1978, σελ. 267-328.

[4] International Socialist Congress, Stuttgart 18-24 August 1907, Vorwats Berlin.

[5] Μαρξ-Ένγκελς, Κριτική των Προγραμμάτων Γκότα και Ερφούρτης, Εκδ. Κοροντζη, 1976, σελ. 81.

[6] Λ. Τρότσκι, On the Italian Revolution (1930), New International, 1944.

[7] Κ. Μαρξ-Φ. Ένγκελς, Διαλεχτά Έργα, Τόμος Ι, Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος, Εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 40-41.

[8] Για πλήρη ανάγνωση της κριτικής ανάλυσης του Μαρξ στο θέμα της «δίκαιης κατανομής»: Κ. Μαρξ-Φ. Ένγκελς, Διαλεχτά Έργα, Τόμος ΙΙ, Κριτική του Προγράμματος της Γκότα, Εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 10-16.

[9] Π. Μαυροειδής, «Για ένα νέο κομμουνισμό», aristeroblog, 28.10.2013.